ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Το ανώμαλο είναι του Κωνσταντίνου Ασπιώτη

Ένα σιγανό ποιητικό χειροκρότημα για την θεατρική περσόνα ενός ηθοποιού που γεννήθηκε για τους ρόλους που οι άλλοι φοβούνται.

Δεν είχα την τύχη να δω τον Κωνσταντίνο να παίζει τον Ονειροπόλο από τις Λευκές Νύχτες του Ντοστογιέφσκι σε σκηνοθεσία Νικόλα Μίχα. Ή τον Καμίλ από τον Θάνατο του Δαντόν σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού. Ούτε έχω δεήσει να πάω ακόμα φέτος στην Σκοτεινή Πέτρα που σκηνοθετεί. Τον είδα όμως στο Rocky Horror Show πέρυσι. Και τον είδα πριν δύο βράδια στο Κουρδιστό Πορτοκάλι στο Θέατρο Κιβωτός σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα. Αν με ρωτήσει τι κοινό είχαν αυτές οι δύο βραδιές, είναι μερικές σκέψεις προ ύπνου για το πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν τέτοιοι bigger than life άνθρωποι εκεί έξω και να ασχολούμαστε τόσο λίγο με αυτούς.

Το Κουρδιστό Πορτοκάλι, αν είσαι έστω λίγο ψυλλιασμένος με την υπόθεση από το θεατρικό ή το έργο, ξέρεις ότι είναι παράσταση για ένα ρόλο. Αυτόν του Alex. Και μπορεί ο κόσμος να είδε έναν κάποιον Άρη Σερβετάλη να κάνει αυτόν τον ρόλο δικό του τα προηγούμενα χρόνια αλλά είμαι τουλάχιστον ευτυχής που είδα τον Ασπιώτη να αποδέχεται αυτή την πρόκληση. Γιατί πίστεψέ με, είναι μια πάρα πολύ λεπτή γραμμή αυτή που χαρίζει τη γη της επαγγελίας από τον όλεθρο σε αυτούς τους ρόλους. Αλλά ο Ασπιώτης μοιάζει να της αγναντεύει από πολύ μακριά.

Νιώθω ειλικρινά ότι αυτός ο άνθρωπος βρίσκεται στην ελληνική πραγματικότητα μόνο για τέτοιους ρόλους. Κι ότι αν τον δω σε κάποιο ρόλο που απαιτεί κάτι λιγότερο από το να μεταμορφώσει τον εαυτό του ολοκληρωτικά, θα νιώθω ότι κάποιος τον έχει αδικήσει. Ο Ασπιώτης έγινε ηθοποιός για τους ρόλους που δεν τολμούν να κάνουν οι άλλοι. Ο Ασπιώτης είναι ηθοποιός για να δίνει λογική στο ανώμαλο.

 

Μην παρεξηγήσεις τη λέξη ανώμαλο. Όλα στη ζωή είναι άλλωστε. Και είναι οι συγκεκριμένοι ρόλοι που είδα, πρώτα του εξωγήινου τρανσέξουαλ και τώρα του κοινού εγκληματία που γίνεται πειραματόζωο, που επιτάσσουν το βλέμμα του τρελού, που ζητάνε τη μούρλα του ψυχοπαθή και τον ψυχισμό του ανώμαλου.

 

Κι εδώ είναι που θα ρίξω λίγο τους τόνους της αποθέωσης. Όχι σαν προπονητής που δεν θέλει να παίρνει θάρρος ο αθλητής αλλά επειδή έχω μόνο δύο δείγματα γραφής από τον συγκεκριμένο ηθοποίο. Όσο όμως τον παρακολουθείς επί σκηνής, τόσο σιγουρεύεσαι ότι το ένστικτο δεν σε οδηγεί σε λάθος.

Ρώτησα τον Ηλία που του μίλησε πέρυσι από κοντά να μου πει λίγο για εκείνον. Δεν διαφωνήσαμε σε κάτι. Και διαβάζοντας την πολύ ωραία συνέντευξη που είχε δώσει πέρυσι ο Κωνσταντίνος, έπιασα τον εαυτό μου να γελάω σε περισσότερα από 3-4 σημεία. Με τον κυνισμό του, με το χιούμορ του, με την πολύ ρεαλιστική αντιμετώπιση. Σε λίγες μόνο απαντήσεις κατάφερε να με πείσει ότι παραδέχεται τις μαλακίες του, αποδέχεται κάθε πτυχή του εαυτού του, δεν φοβάται να πει πράγματα για τα οποία θα τον κοροϊδέψουν και ακόμα και στις ατάκες του μοιάζει να στηρίζει τον κάθε ρόλο που θα υποδυθεί. Σε σχετική ερώτηση περί παραμυθιών και αν ιστορίες όπως το Rocky Horror θα ήταν κατάλληλες για τα παιδικά αυτιά, ο Κωνσταντίνος είχε απαντήσει αυτό: “Θυμάσαι το παιδικό τραγουδάκι ‘Μια ωραία πεταλούδα’; Η συνέχεια είναι ‘μες στο δάσος τριγυρνά, μα όταν πέσουν τα φτερά της, πέφτει κάτω και ψοφά’. Αυτό χορεύουν τα παιδάκια”.

Στο Θέατρο Κιβωτός τις προάλλες καθόμουν στην πρώτη σειρά. Τολμηρή επιλογή θα σκεφτείς αφού δεις την παράσταση γιατί το ξύλο που πέφτει επί σκηνής και τα props που χρησιμοποιούν, μπορούν κάλλιστα να έρθουν στο δικό σου κεφάλι.

 

Αλλά όταν ο Ασπιώτης είναι εκεί κουνόντας σαν δαιμονισμένο το μπαστούνι του, όταν χτυπιέται στο κρεββάτι των ψυχοφάρμακων, όταν διπλώνει από τους πόνους, όταν τον φτύσουν στο πρόσωπο στην πιο σοκαριστική ‘ροχάλα’ που έχει δει το θέατρο, όταν στέλνει φιλάκια στον Malcolm McDowell με την ερμηνεία του, μοιάζει σαν να μην τον νοιάζει τίποτα άλλο στον κόσμο από αυτό που συμβαίνει στο σανίδι.

 

Και όταν στο τέλος της παράστασης, μετά από ένα πραγματικά εξουθενωτικό για τους ηθοποιούς δίωρο, παρελαύνουν με τα μαύρα για να υποκλιθούν μια, δυο, τρεις φορές στο κοινό, το μάτι του Ασπιώτη γυαλίζει με τον ίδιο δημιουργικά ανώμαλο τρόπο που γυαλίζει σε όλη την παράσταση. Μόνο που στην υπόκλιση είναι σαν να φωνάζει σε κάθε έναν από τους θεατές “συγγνώμη, αλλά είστε όλοι πουτανάκια μου”.

Πες με υπερβολικό, πες ό,τι θες. Γράφω για το θέατρο με την άνεση του ανίδεου αλλά ταυτόχρονα με την απεριόριστη ασφάλεια και δύναμη του μέσου θεατή. Ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης είναι για μένα το παιδί που στέκεται λίγο παράμερα από τα υπόλοιπα στην παιδική χαρά. Ίσως επειδή δεν το παίζουν τα υπόλοιπα παιδάκια, ίσως επειδή δεν θέλει ο ίδιος να παίξει. Αλλά ποιος νοιάζεται για την παιδική χαρά; Έχει μια υπέροχη ζωή μπροστά του.