Το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης ανάμεσα στα 7 καλύτερα της Ευρώπης
Μιλήσαμε με την ομάδα πίσω από ένα από τα πιο παραγωγικά κύτταρα της πόλης.
- 4 ΙΟΥΛ 2018
Πριν από λίγο καιρό η ολλανδική πλατφόρμα ‘Spotted by Locals’ κατέταξε το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης ανάμεσα στα 7 καλύτερα Μουσεία Φωτογραφίας της Ευρώπης, δίπλα σε σπουδαία μουσεία του Λονδίνου, της Αμβέρσας, της Βαρκελώνης, του Πόρτο, του Παρισιού και του Βερολίνου! Διάκριση που απέδειξε για ακόμα μία φορά τη σπουδαία δουλειά που γίνεται στην καλλιτεχνική πλευρά του λιμανιού της πόλης και σκόρπισε χαμόγελα στα γραφεία της ολιγομελούς ομάδας. Χαμόγελα που καθρεφτίζονταν και στα πρόσωπα του Ηρακλή και της Στέλλας, που μας υποδέχτηκαν στη γυάλινη πόρτα και πρόσθεσαν δύο ακόμα άσπρες καρέκλες κάτω από ένα ηλιόλουστο παράθυρο. Η συζήτησή μας ήταν έτοιμη να ξεκινήσει.
Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που έχει πολύ ευρύ και δυναμικό πλέον πολιτιστικό ορίζοντα. Σ’ αυτό το πλαίσιο, προσπαθούμε κι εμείς να δώσουμε το δικό μας στίγμα και χαιρόμαστε αν είναι ευδιάκριτο. Ανάμεσα στα μεγάλα στοιχήματα θα ανέφερα: τη διοικητική και οικονομική ανάταξη του φορέα, την αναβάθμιση του παιδαγωγικού ρόλου του μουσείου, την προσπάθεια να είναι ως μουσείο ανοικτό στην κοινωνία, την ιδιαίτερα αρμονική συνεργασία με το “μητρικό” μουσείο, δηλαδή το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, καθώς και πολλές γόνιμες συμπράξεις με μουσεία και ιδρύματα της χώρας. Και φυσικά, την προσπάθεια οι εκθέσεις μας να ερευνούν κατά το δυνατόν τη σύγχρονη ελληνική φωτογραφία και να ανταποκρίνονται στα κελεύσματα της εποχής. Για κάθε ένα στοίχημα που πιθανόν κερδήθηκε, φυσικά, υπάρχουν πολλά ακόμη για τα οποία πρέπει να αγωνιστούμε.
Σε κάθε περίπτωση, θα ήθελα να ελπίζω ότι το μεγαλύτερο “παράσημό” μας είναι μια σχέση εμπιστοσύνης και σεβασμού με το κοινό, το οποίο βέβαια αναμένει –και έχει κάθε δίκιο– ακόμη καλύτερες εκθέσεις, δράσεις, γεγονότα. Ακόμη κι αν κάνεις κάτι καλά, μπορείς ίσως να το κάνεις καλύτερα, αναφέρει ο Διευθυντής του ΜΦΘ Ηρακλής Παπαϊωάννου και στέκεται στις εκθέσεις που φιλοξενήθηκαν τη φετινή σεζόν.
Η χρονιά ξεκίνησε με την έκθεση “Κοινοί Ιεροί Τόποι”, που ερευνούσε τους κοινούς τόπους των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών στη λεκάνη της Μεσογείου, σε μια ταραγμένη περίοδο στην οποία εγείρονται νέοι φανατισμοί με αιχμή τη θρησκεία. Στην τριμερή έκθεση, που επιχορηγήθηκε από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, συμμετείχαν επίσης το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και ο Δήμος Θεσσαλονίκης. Ακολούθησε η έκθεση “Selfimages”, που ερευνά το θέμα του αυτοπορτραίτου στη σύγχρονη ελληνική φωτογραφία την εποχή της selfie, ενώ ανυπομονούμε για το φεστιβάλ της PhotoBiennale τον Σεπτέμβριο, με ένα ενδιαφέρον πρόγραμμα που θα ανακοινωθεί μέσα στο καλοκαίρι.
Η φετινή σεζόν, άλλωστε, έκρυβε σπουδαίες στιγμές για την ομάδα. Ανάμεσα σε αρκετές άλλες ίσως, θα ήθελα να ξεχωρίσω την παρουσία του ΜΦΘ στην Αθήνα μέσα από τις εκθέσεις “Μια Άλλη Ζωή: Ανθρώπινες Ροές / Άγνωστες Οδύσσειες”, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου και “Αβραάμ Παυλίδης, Νέα Ερείπια” στο Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης. Επίσης, την εικόνα των μαθητών που σε μεγάλους αριθμούς μας επισκέπτονται με τα σχολεία τους, δίνοντάς μας την ευκαιρία να τους μυήσουμε στα μυστικά της τέχνης της φωτογραφίας και των προβληματισμών που αυτή γεννά, καθώς και την πρόσφατη παρουσίαση του τελευταίου λευκώματος του Στράτου Καλαφάτη στο κατάμεστο καφέ του μουσείου και την ενδιαφέρουσα συζήτηση που ακολούθησε.
Οι αναφορές στο κοινό που στηρίζει το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης είναι συχνές στη συζήτησή μας. Πόσο σημαντικό είναι, τελικά, να πιάνει ένα μουσείο τον σφυγμό μίας πόλης;
Εξαιρετικά!, θα μου απαντήσει η Στέλλα Τσιαρβούλα, Υπεύθυνη Διοίκησης & Επικοινωνίας του ΜΦΘ.
Ένα μουσείο θρέφεται από αυτόν. Στην εποχή μας, το εκάστοτε μουσείο (ανεξαρτήτως είδους, μεγέθους, νομικής μορφής, αποστολής, γεωγραφικής θέσης κ.λπ.) είναι σε μία διαρκή αλληλεπίδραση με το κοινό του, τόσο στο φυσικό όσο και στο διαδικτυακό περιβάλλον. Μέσα στην πόλη που έχει την έδρα του το μουσείο ζουν, σπουδάζουν και εργάζονται οι τακτικοί και οι εν δυνάμει επισκέπτες του, οι βασικοί συνεργάτες και οι προμηθευτές του. Παράλληλα, σε αυτή υφίστανται και αναπτύσσουν δράση άλλοι φορείς πολιτισμού, θεσμικοί, μέσα μαζικής επικοινωνίας κ.ά. Με όλους αυτούς το μουσείο συλ-λειτουργεί στη δημόσια σφαίρα, διαμορφώνοντας και παράγοντας τη δική του πολιτισμική πολιτική.
Η Θεσσαλονίκη, άλλωστε, διαθέτει πληθώρα δημόσιων και ιδιωτικών μουσείων, πολυχώρων, θεάτρων, αιθουσών τέχνης και λοιπών φορέων πολιτισμού που παρέχουν −αδιαλείπτως καθόλη τη διάρκεια του έτους− πολιτισμικά αγαθά και υπηρεσίες μέσα από τον εκθεσιακό προγραμματισμό τους, τη δημιουργία έργων τέχνης, τη διοργάνωση εκδηλώσεων και δράσεων, την υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, την παραγωγή εκδόσεων. Οι φορείς είναι σε έναν διαρκή διάλογο με την κοινωνία αφουγκραζόμενοι τις ανάγκες και τις προσδοκίες της, οι οποίες “αλιεύονται” από τις έρευνες κοινού, από τα σχόλια πολιτών σε βιβλία επισκεπτών ή σε προφίλ φορέων στα social media, καθώς και από τη διά ζώσης αλληλεπίδραση με το προσωπικό στους χώρους πολιτισμού. Με κάθε μέσο, λοιπόν, οι φορείς επιδιώκουν τη μέγιστη και ιδανικότερη ανταπόκριση σε αυτές, μέσα από τη στήριξη των νέων δημιουργών και της καινοτομίας, τη διαφύλαξη και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς αιώνων, την ενίσχυση εκπαιδευτικών/παιδαγωγικών δράσεων, την προώθηση της πολιτισμικής παραγωγής στο περιβάλλον της ψηφιακής σύγκλισης, τον διαρκή συγχρωτισμό του κόσμου της τέχνης με την αγορά της τέχνης, τη γόνιμη αλληλεπίδραση με το διεθνές πολιτισμικό γίγνεσθαι κ.ά., προσθέτει.
Η συζήτησή μας στρέφεται στην πρόσφατη διάκριση από την ολλανδική πλατφόρμα.
Η διάκριση αυτή είναι ιδιαιτέρως τιμητική, καθώς “ανταγωνιστές” είναι σημαντικά ιδρύματα του χώρου της φωτογραφίας, ενδεικτικά ας κάνουμε μνεία στο Helmut Newton Museum και στο Fondation Henri Cartier-Bresson. Δεν είναι τυχαίος συνεπώς και ο αντίκτυπος της σπουδαιότητας της είδησης που αντιμετωπίστηκε με θέρμη από το κοινό, τα ΜΜΕ της πόλης και, φυσικά, εμάς: την ολιγομελή ομάδα των ανθρώπων του ΜΦΘ που το χαρήκαμε σαν παιδιά. Ήταν μια αναπάντεχα όμορφη επιβράβευση των όσων καθημερινά προσπαθούμε να κάνουμε πράξη με ελάχιστους πόρους και περιορισμένες δυνατότητες, αλλά με πολύ κέφι, άψογη συνεργασία και δημιουργική διάθεση, αναφέρει η Στέλλα και στέκεται στις απαιτήσεις που γεννά η είσοδος σε μία τέτοια λίστα.
Αν σταθούμε στα κριτήρια που μας ενέταξαν σε αυτή (πλούσιος και ενδιαφέρον εκθεσιακός προγραμματισμός / τοποθεσία έδρας φορέα / υπηρεσίες κοινού-πωλητήριο), είναι προφανής η απάντηση: διαρκής στόχευση για μία υψηλού επιπέδου, ολιστική μουσειακή εμπειρία στους επισκέπτες του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. Ο πήχης ψηλά και οι συνθήκες αντίξοες, αλλά ελπίζουμε ότι με τις γνώσεις και τις εμπειρίες όλων μας στο πεδίο του πολιτισμού επί χρόνια και, πρωτίστως, τη διάθεσή μας για δημιουργία θα φτάσουμε στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Ο Ηρακλής, δίπλα μας, κουνάει συγκαταβατικά το κεφάλι του στις τελευταίες λέξεις. Τα μελλοντικά όνειρα της ομάδας, άλλωστε, είναι μεγάλα.
Τα σχέδιά μας περιλαμβάνουν την ανασυγκρότηση και αναβάθμιση της μόνιμης συλλογής, την προσπάθεια να ενισχυθεί το μουσείο με μόνιμο προσωπικό που έχει απόλυτη ανάγκη και τη διεύρυνση του κοινού του μουσείου στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Η φωτογραφία δεν είναι απλά μια τέχνη, αλλά μια τεχνική εικόνα που απασχολεί κάθε πολίτη στην καθημερινή του ζωή ως δυνητικό δημιουργό και θεατή. Το ΜΦΘ έχει να παίξει σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο κατανόησης των υψηλών δυνατοτήτων και των πιθανών κινδύνων που φέρνει η εποχή της εικόνας, καταλήγει.
*Φωτογραφίες: Αναστάσης Μαυρογιάννης
|Η ποπ κουλτούρα μέσα από εικόνες| Ακολούθησε το Ιnstagram account του PopCode.
ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ