«Το τραύμα είναι άχρονο»: Η Βάνια Τέρνερ για το TACK, την ελληνική ταινία της χρονιάς
Tack στην ιστιοπλοΐα σημαίνει αλλαγή πορείας. Έχουμε όμως στρίψει το πηδάλιο του #MeToo στην Ελλάδα προς τη σωστή κατεύθυνση;
- 4 ΔΕΚ 2024
Αλλαγή πορείας. Αυτό σημαίνει το tack στην ιστιοπλοΐα. Αυτό πρόσταξε η Σοφία Μπεκατώρου όταν τον Ιανουάριο του 2021, πυροδοτούσε το ελληνικό #MeToo. Δεν είχε υπολογίσει τις αλυσιδωτές αντιδράσεις, ήταν έτοιμη όμως να παραβλέψει το κόστος τους – και το κόστος για τα σύμβολα είναι πάντοτε τεράστιο.
Tack έκανε και η νεαρή Αμαλία Προβελεγγίου όταν επικοινώνησε με την πρωταθλήτρια, η ίδια αθλήτρια ιστιοπλοΐας και επιζώσα ασέλγειας από τον προπονητή της ως παιδί, και κυρίως όταν αποφάσισε να προβεί σε μήνυση κατά του θύτη. Τον περασμένο Ιούλιο το δικαστήριο επέβαλε στον δράστη ίδια ποινή με την πρωτόδικη – κάθειρξη 13 ετών για κατάχρηση ανηλίκου σε ασέλγεια, χωρίς ελαφρυντικά. Κρίθηκε, όμως, αθώος κατά πλειοψηφία για το αδίκημα του βιασμού, με την πρόεδρο να μειοψηφεί υπέρ της ενοχής του.
Την πρωτόδικη διαδικασία βρέθηκε να καταγράφει η Βάνια Τέρνερ, η υποψήφια για Βραβείο Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου ντοκιμαντερίστρια για το Girlhood, ένα μικρού μήκους φιλμ που φώτισε την κοριτσίστικη εφηβεία στα χρόνια του κορονοϊού, με εκτενή φιλμογραφία γύρω – αλλά όχι μόνο – από θέματα που πλήττουν τα κορίτσια, τις γυναίκες και τα παιδιά, όπως οι child brides στη βόρεια Κένυα ή η παιδική σκλαβιά στο Κονγκό, αλλά και τις συνθήκες των προσφυγισσών μέσα από τη συνεργασία της με την Ύπατη Αρμοστεία.
Μετά από έναν καφέ που τις έφερε κοντά, η Βάνια βρέθηκε στο σπίτι της Σοφίας Μπεκατώρου το πρωινό πριν την κατάθεση της δεύτερης την εισαγγελία. Τα υπόλοιπα θα τα δεις στο TACK, σε προβολές σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Ακολουθεί η συζήτησή μας με τη σκηνοθέτρια.
Κοιτώντας τη δουλειά σου, εντοπίζω μία προτεραιότητα στις γυναίκες και τα κορίτσια, και αναρωτιέμαι πότε έγινε η δική σου αφύπνιση; Γιατί νιώθω – εμπειρικά το λέω – πως κάθε γυναίκα βιώνει κάποια πράγματα και αποκτά αυτό το φίλτρο.
Στο βιβλίο της Ένα Δικό της Δωμάτιο, γράφει η Βιρτζίνια Γουλφ: «Αν ζήσουμε άλλον έναν αιώνα… και έχουμε πεντακόσιες λίρες τον χρόνο και ένα δωμάτιο δικό μας η καθεμιά, αν συνηθίσουμε να έχουμε την ελευθερία και το θάρρος να γράφουμε ακριβώς αυτό που σκεφτόμαστε, αν δραπετεύουμε λίγο από το κοινόχρηστο καθιστικό και βλέπουμε τους ανθρώπους όχι πάντα στο πλαίσιο της σχέσης του ενός με τον άλλον, αλλά σε σχέση με την πραγματικότητα, καθώς και τον ουρανό και τα δέντρα ή οτιδήποτε όπως είναι στην πραγματικότητα, αν αντιμετωπίσουμε το γεγονός, γιατί είναι γεγονός, ότι δεν υπάρχει μπράτσο να πιαστούμε, αλλά ότι προχωράμε μόνες και ότι η σχέση μας είναι με τον κόσμο της πραγματικότητας κι όχι με τον κόσμο των ανδρών και των γυναικών, τότε θα υπάρξει η ευκαιρία και η νεκρή ποιήτρια που ήταν η αδελφή του Σαίξπηρ θα ανακτήσει το σώμα που τόσες φορές θυσίασε». Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε το 1929. Το διάβασα όταν ήμουν 15 χρόνων. Ακόμα περιμένουμε τη νεκρή ποιήτρια αδελφή του Σαίξπηρ να ανακτήσει το σώμα της.
Είμαι το τέταρτο παιδί σε μια οικογένεια με έντονο το μητριαρχικό στοιχείο. Παρόλα αυτά, στο οικογενειακό τραπέζι δεν ακουγόμουν όσο τα αδέλφια μου. Τον Μάιο του 2015 άρχισα να ασχολούμαι με το προσφυγικό. Το πρώτο πεδίο στο οποίο βρέθηκα ήταν η Λέσβος. Αργότερα, πήγα στη Μέση Ανατολή και στη συνέχεια στην Υποσαχάρια Αφρική, όπου έζησα για τρία χρόνια.
Ακριβώς επειδή είμαι γυναίκα, είχα πρόσβαση σε ιστορίες στις οποίες οι άνδρες συνάδελφοί μου δεν μπορούσαν να έχουν. Ιστορίες που διαφορετικά δεν θα έφταναν ποτέ στα αυτιά μας -είτε γιατί οι άνδρες δεν τους έδιναν την απαιτούμενη προσοχή, είτε γιατί δεν είχαν την δυνατότητα να τις αφηγηθούν: μία γυναίκα μπορεί εύκολα να μπει στη σκηνή μιας άλλης, να καθίσουν μαζί, να πιούν τσάι και να μιλήσουν. Ένας άνδρας δεν θα γίνει ποτέ αποδεκτός από μία γυναίκα με τον ίδιο τρόπο.
Όταν μιλάμε, λοιπόν, για το γυναικείο βλέμμα -και ναι, ο όρος είναι προβληματικός για πολλούς λόγους- δεν αναφερόμαστε μόνο στη σκηνοθετική προσέγγιση, αλλά σε έναν τρόπο αντίληψης που αμφισβητεί το μονοδιάστατο, πατριαρχικό βλέμμα που έχει διαμορφωθεί από άνδρες αφηγητές εδώ και αιώνες. Έχει να κάνει λοιπόν με το ποιες φωνές ακούγονται και σε ποια θέματα δίνουμε χώρο, προσοχή και αξία. Θέλουμε και πρέπει να μιλάμε για θέματα όπως η εγκυμοσύνη, η επιλόχειος κατάθλιψη, η μητρότητα, τα αναπαραγωγικά δικαιώματα, την έμφυλη βία και κακοποίηση.
Άρα όταν γνώρισες τη Σοφία Μπεκατώρου, ήξερες ήδη ότι θέλεις να κάνεις το TACK;
Όταν γνώρισα τη Σοφία δεν μπορούσα να φανταστώ τι θα ακολουθούσε. Το κύμα των καταγγελιών είχε μόλις ξεκινήσει. Δεν με ενδιέφερε να κάνω κάτι βιαστικό, γι’αυτό ήμουν σίγουρη. Ήθελα να την γνωρίσω και να περάσω χρόνο μαζί της. Να καταγράψω τη ζωή της με έναν τρυφερό και ανθρώπινο τρόπο. Στάθηκα όμως και πολύ τυχερή.
Τον Αύγουστο του 2020, ο Χρήστος Σαρρής από την Στέγη Ιδρύματος Ωνάση μου ανέθεσε να κάνω μία σειρά με θέμα τον σεξισμό στην Ελλάδα. Η σειρά δεν έγινε ποτέ, προέκυψαν όμως δύο ταινίες: το Girlhood που συν-σκηνοθέτησα με τη συνεργάτιδα μου Μαρία Σιδηροπούλου και το TACK.
Τον Νοέμβριο του 2020, η Σοφία έκανε ένα σχόλιο στο Facebook σ’ ένα επεισόδιο της σειράς Society Uncensored της Στέγης για το σεξισμό στην Ελλάδα, στο οποίο ανέφερε για πρώτη φορά το γεγονός της κακοποίησής της. Εμείς δεν το είχαμε δει τότε, αλλά τον Δεκέμβριο διαβάσαμε την πρώτη της δημόσια συνέντευξη στο Marie Claire. Επειδή ήδη ερευνούσαμε έμφυλα ζητήματα για τη σειρά που δεν έγινε ποτέ, της στείλαμε ένα μήνυμα στο Messenger, μαζί με τη Μαρία Σιδηροπούλου, ξεκινώντας μια επικοινωνία για να μας μιλήσει για την κακοποίηση στον αθλητισμό.
Έναν μήνα αργότερα, η Σοφία μίλησε ξανά για τον βιασμό της, αυτή τη φορά σε μια διαδικτυακή ημερίδα που είχε οργανώσει το Υφυπουργείο Αθλητισμού, με θέμα τον υγιή και ασφαλή αθλητισμό. Εκεί ουσιαστικά ξεκίνησε το #MeToo στην Ελλάδα. Λίγες μέρες αργότερα, της ζητήσαμε να τη συναντήσουμε. Ήπιαμε καφέ στη Βάρκιζα για αρκετές ώρες. Στο τέλος μας είπε ότι το επόμενο πρωί θα πήγαινε στον εισαγγελέα και τη ρώτησα αν μπορούσαμε να την ακολουθήσουμε. Δέχτηκε. Το επόμενο πρωί στις έξι τα ξημερώματα μπήκα για πρώτη φορά στον κόσμο της Σοφίας.
Εκείνη έφτιαχνε σάντουιτς για τα παιδιά, ετοίμαζε το φαγητό του πατέρα της, μάζευε παιχνίδια και άπλυτα. Σε λίγες ώρες θα έδινε μία από τις σημαντικότερες καταθέσεις της ζωής της. Άρχισα να κινηματογραφώ ό,τι συνέβαινε γύρω μου. Στον δρόμο για τον εισαγγελέα, θυμάμαι να μου λέει ότι ένιωθε σαν να ξαναμπαίνει η ψυχή της στη θέση της. «Δεν ξέρω τι θα συμβεί. Ρισκάρω. Αλλά δεν είμαι διατεθειμένη να μην το προσπαθήσω». Το θυμάμαι σαν τώρα.
Η Σοφία είναι σοφή. Η Σοφία είναι γενναία. Ήξερε ότι η υπόθεσή της είχε παραγραφεί, αλλά το κίνητρό της ήταν να προστατέψει άλλα παιδιά. Στη διαδρομή προς τον εισαγγελέα, μου μίλησε για πρώτη φορά για την Αμαλία. Λίγες μέρες αργότερα, την συνάντησα και κάπως έτσι ξεκινήσαμε να περνάμε χρόνο μαζί και να την κινηματογραφώ.
Έπαθα σοκ με την ψυχραιμία και τη δύναμη αυτής της κοπέλας, αλλά και με το χιούμορ που έμοιαζε να διατηρεί σε μία τόσο δύσκολη συνθήκη. Ένιωθα ότι δεν έχει χάσει τον εαυτό της.
Η Αμαλία είναι ήρεμη δύναμη. Έχει μια απίστευτη συγκρότηση και πολύ χιούμορ. Όχι, σίγουρα δεν έχασε τον εαυτό της.
Έχει φοβερή διαύγεια.
Ναι, έχει και σκέψου ότι έχει μεγαλώσει πολύ από τότε που ξεκίνησε όλη αυτή η διαδικασία. Πάνε και τέσσερα χρόνια πια.
Υπήρχε μία αποσύνδεση απ’ ότι καταλαβαίνω.
Η αποσύνδεση είναι ένας μηχανισμός άμυνας. Το θύμα προσπαθεί να προστατεύσει τον εαυτό του από αυτό που δεν μπορεί να αντέξει. Ωστόσο, το δικαστήριο δεν διαθέτει την κατάλληλη παιδεία και τα εργαλεία για να αναγνωρίσει και να αξιολογήσει τέτοιες αντιδράσεις. Γι’ αυτό υπήρχαν ερωτήσεις που αφορούσαν ακριβώς στην «όψη» του θύματος. Γι’ αυτό και δυσκολεύεται πολύ να κατανοήσει πώς είναι δυνατόν κάποιος που έχει υποστεί χρόνια κακοποίηση να μην είναι «στα πατώματα» διαρκώς. Πώς πρέπει να μοιάζει ένα κακοποιημένο παιδί; Τι συμπεριφορά πρέπει να έχει για να το πιστέψουμε;
Η διαδικασία από μόνη της είναι εξαιρετικά σκληρή. Υπάρχει μια συστηματική προσπάθεια αποδόμησης του θύματος, πολλές φορές με έναν εξαιρετικά βάναυσο και απαξιωτικό τρόπο από την πλευρά της υπεράσπισης. Οι συνήγοροι συχνά δημιουργούν την αίσθηση ότι παίζουν σε Μεξικάνικη σαπουνόπερα, και πολλές φορές ξεφεύγουν από τα ηθικά όρια χωρίς να έχουν όμως καμία απολύτως κύρωση. Είναι εξοργιστικό και δεν θα έπρεπε να συμβαίνει.
Υπάρχει ένας θυμός που διαπερνάει την ταινία. Αναρωτιόμουν πώς το βίωνες εσύ ως κινηματογραφίστρια όλο αυτό; Εστιάζουμε στο υποκείμενο ενός ντοκιμαντέρ, όμως δεν μπορεί να ήταν εύκολη διαδικασία και για σένα.
Όχι, δεν ήταν. Ήρθαμε πολύ κοντά και με τις δύο γυναίκες, αλλά η προτεραιότητά μου ήταν εκείνες και όχι το πώς ένιωθα εγώ. Κάναμε αμέτρητες συζητήσεις, οι οποίες, φυσικά, μας βοήθησαν όλες, γιατί καμία από εμάς δεν ήταν μόνη σε αυτό. Το διαχειρίστηκα και το διαχειρίζομαι μέσω του κινηματογράφου και της ψυχοθεραπείας.
Πιστεύεις ότι η ταινία σου έρχεται σε ένα χρονικό σημείο που ίσως το #ΜeΤoo στην Ελλάδα έχει χάσει μομέντουμ;
Το θέμα δεν είναι αν έχει χαθεί το μομέντουμ — αυτό είναι δεδομένο και κανείς δεν το αμφισβητεί. Το θέμα είναι το κοινωνικό αποτύπωμα που άφησε το #MeToo και τι θα κάνουμε από εδώ και πέρα για να μην υπάρξουν κι άλλες Σοφίες.
Στον δημοσιογραφικό χώρο δεν άνοιξε μύτη. Σαν να μην έχουμε προβλήματα στον χώρο μας.
Όλοι ξέρουμε, κανείς δεν μιλάει. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν εξουσία και υπάρχει πολύς, δικαιολογημένος, φόβος. Η δικαιοσύνη δυστυχώς δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε κι αυτό αποτρέπει πολλά θύματα. Έπειτα είναι και το οικονομικό. Δεν αρκεί να λέμε στα θύματα μιλήστε. Πρέπει να είμαστε σε θέση να τα προστατεύσουμε και να τα στηρίξουμε σε κάθε στάδιο της διαδικασίας: από την καταγγελία μέχρι και το δικαστήριο.
Μιλήστε γιατί έχει νόημα να μιλήσετε.
Ακριβώς.
Ένιωθες την ευθύνη αυτού του πρότζεκτ; Είχες αντίληψη του βάρους του; Γιατί υπάρχει και μία συμβολική αξία εδώ.
Το TACK είναι μια ταινία για τη Σοφία και την Αμαλία. Δεν είναι ένα ντοκιμαντέρ για το #MeToo. Είναι ένα ντοκιμαντέρ, όπως έχει πει και η Σοφία στο παρελθόν, που αφορά στην ελληνική πραγματικότητα έτσι όπως εξελίσσεται στο χώρο του αθλητισμού, της δικαιοσύνης και της ελληνικής οικογένειας, με βαθιά επιθυμία να αναδείξει τις παθογένειες του ελληνικού συστήματος και της ελληνικής κοινωνίας. Τι σημαίνει για μία νέα γυναίκα να μπαίνει σε ένα δικαστικό αγώνα;
Πώς επηρεάζει τους γονείς, τους συγγενείς, τους φίλους, τον κοινωνικό περίγυρο; Πώς ένα τόσο σοβαρό έγκλημα καταλήγει να γίνεται κουτσομπολιό; Και πώς μπορούμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας με έναν τρόπο, ώστε να μπορούν να διακρίνουν την αγάπη από την εκμετάλλευση, τα δικαιώματά από τις υποχρεώσεις τους και το στόχο από την επιθυμία τους, ώστε να μπορούν ζουν με σεβασμό προς τον εαυτό τους και τους άλλους;
Αυτά είναι κάποιοι από τους προβληματισμούς που ίσως δημιουργηθούν στους θεατές βλέποντας το TACK. Πράγματι, ενιωθα πολύ έντονα την ευθύνη απέναντι σε αυτές τις γυναίκες. Με εμπιστεύτηκαν, περάσαμε αμέτρητες ώρες μαζί, και εγώ έπρεπε να συνθέσω όλες αυτές τις στιγμές σε ένα αφήγημα που δεν θα τις ματαίωνε. Αυτό ήταν το στοίχημα.
Κλείνοντας, από εδώ και πέρα τι; Πώς μπορούμε ως κοινωνία να το να εκμεταλλευτούμε μια δουλειά σαν το TACK και όσα έχουν γίνει από το κίνημα για να πάμε όντως ένα βήμα παρακάτω; Γιατί το δικαστικό σύστημα λειτουργεί όπως λειτουργεί και προφανώς θέλει, όπως λες, πάρα πολλά χρόνια για να μετακινηθεί με ουσιαστικό τρόπο.
Να ακούμε τα παιδιά. Και όπως είπε και μία φίλη πρόσφατα να φροντίζουμε να ταΐζουμε τον καλό λύκο μέσα μας.
ΟΙ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ:
ΑΘΗΝΑ – Κινηματογράφος Δαναός
Προπώληση στο ταμείο του κινηματογράφου και στο: https://www.danaoscinema.store/ibooking93/shows.xhtml
– Πέμπτη 5, Τρίτη 10, Τετάρτη 11/12 στις 19.00
– Παρασκευή 6/12 στις 17.30
– Σάββατο 7/12 στις 17.50
– Κυριακή 8/12 στις 18.50
Την Τρίτη 10/12 θα ακολουθήσει Q&A μετά την προβολή με τη σκηνοθέτιδα Βάνια Τέρνερ και την Όλγα Θεμελή, Καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ – Λιμάνι (Αποθήκη 1, Αίθουσα «Σταύρος Τορνές»)
Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου, 18.15 – παρουσία της σκηνοθέτιδας Βάνιας Τέρνερ
Πληροφορίες: https://www.filmfestival.gr/el/movie/movie/15510
Προπώληση: https://www.more.com/cinema/cinedoc-tack/