Γιώργος Φακίτσας
ΜΟΥΣΙΚΗ

Tο Βρώμικο Ψωμί, η συνάντηση με τον Lennon και το LSD: Ο Διονύσης Σαββόπουλος στο Oneman

Μία συνέντευξη-ποταμός του κορυφαίου δημιουργού γεμάτη απρόσμενες ιστορίες για τη μουσική και τους ανθρώπους που τον σημάδεψαν.
Μιλήσαμε πολλές φορές. Μιλήσαμε στο τηλέφωνο, μιλήσαμε πίσω από μια οθόνη, μιλήσαμε όσο έκανα στην άκρη στην εθνική οδό, ψάχνοντας για βενζίνη. Πήγα και στο σπίτι του στον Άγιο Δημήτριο, στο Πήλιο. Μιλήσαμε για ώρες πολλές με τον Διονύση Σαββόπουλο.

Η συναυλία του την 1η Σεπτεμβρίου στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής ήταν η αφορμή. Η παράσταση ‘Στο Woodstock εγώ – Ήμουν εδώ’, μού έδωσε το άλλοθι για ερωτήσεις γύρω από τη σχέση του με τις ουσίες, που ίσως αλλιώς να μην έβρισκα το θάρρος.

Όλες οι άλλες ερωτήσεις όμως είναι απορίες που γεννήθηκαν μέσα μου με τα χρόνια.

Είπαμε για τη γνωριμία του με τον Lennon, για τον παιδικό του φίλο Νίκο Παπάζογλου, για το χιπ χοπ, τον Βακαλόπουλο και για την μπανιέρα που βούτηξε μαζί με τον Τζίμη Πανούση, για τον Ιωνά και το κήτος, τη φυλακή και τα βράδια που κοιμήθηκε στον Λοΐζο. Αλλά και για τις κατά καιρούς “κατηγορίες” εναντίον του.

Και όλα αυτά κάτω από την τεράστια προσπάθεια μου να κρύψω τη μεγάλη αγάπη που του έχω, να κάνω τη δουλειά “αντικειμενικά”. 100% αποτυχία.

“…ΜΥΡΩΔΙΑ ΑΠΟ ΘΕΙΑΦΙ,  ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟΝ ΑΘΩΣ. ΚΥΡΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ…”

Πριν από λίγες ημέρες πέθανε ο Ντίνος Χριστιανόπουλος. Ήθελα να σας ρωτήσω τι θυμάστε απ’ το ‘Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας’, από εκείνη τη συνεργασία, αλλά έπεσα πάνω σε μια συνέντευξή του που έλεγε ότι ενώ σας “τα παραχώρησε από αγάπη”, του έμεινε στο τέλος μία πίκρα. Τι ακριβώς συνέβη;

Ο Ντίνος, θεός σχώρεστον, έλεγε δεξιά και αριστερά ότι εγώ πλούτισα απ’ αυτό το τραγούδι ενώ εκείνος δεν πήρε δραχμή!

Τον βλέπω μια φορά στο μνημόσυνο του Νίκου του Παπάζογλου, του λέω “Ντίνο, ξέρεις τι υποψιάζομαι; Ότι επίτηδες δεν πας να πάρεις τα λεφτά σου για να ‘χεις να λες”. Και τι γυρνάει και μου απαντάει; “Μάλιστα”. Ε, τι να του πεις (γελάει).

Ο Ντίνος ήταν αξιαγάπητος. Ήθελε να μας κράζει και εμείς να τον αγαπάμε. Και το κατάφερε. Έτσι ήταν αυτός ο άνθρωπος και έτσι ήμασταν κι εμείς απέναντί του. Τον αφήναμε να λέει και δεν λέγαμε τίποτε.

Θυμάστε πώς γνωριστήκατε;

Τον γνώρισα στο σπίτι του Νίκου Αλέξη Ασλάνογλου στη Θεσσαλονίκη. Ήμουν μαθητής Γυμνασίου και για να δείξω πως ήμουν κάπως μορφωμένος, τον ρώτησα “κατά τη γνώμη σας, με τον Καβάφη ανοίγει ή κλείνει μία εποχή;”. Χαμογέλασε σαρδόνια και μού είπε: “Μπερδέψατε την ποίησή του με τις ιδιότητες του σώβρακου” (σ.σ. μιμείται τη φωνή του).


Τι σας μένει από εκείνον;

Που παίξαμε μαζί στην Πλατεία Αριστοτέλους το ‘‘Όμορφη Θεσσαλονίκη’ του Βασίλη Τσιτσάνη.

“ΚΑΙ ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΜΕ ΚΕΡΝΟΥΝ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ…”

‘Τα παιδιά που χάθηκαν έχετε πει ότι εν μέρει είναι και για τις “χημικές παραισθήσεις”, για όσους φίλους “χάθηκαν” σε αυτές. Στη ‘Θανάσιμη Μοναξιά του Αλέξη Ασλάνη’ έχετε μια ακόμη αναφορά για φίλους και ναρκωτικά, αυτή τη φορά “σας τα κερνούν”. Γενικά ποια ήταν η σχέση σας με τις ουσίες;

Ερασιτεχνική ήταν η σχέση μου. Εκεί το ‘66-’67 έκανα λίγο χόρτο με τον Τάσο Φαληρέα και με την παρέα του. Ήταν νομίζω ο Πουλικάκος, ο Τάσος Δενέγρης, ο Γιώργος Μακρής. Δεν θυμάμαι ποιοι άλλοι. Συναντηθήκαμε μερικές φορές έτσι για μερικούς μπάφους. Και κάποια χρόνια αργότερα πάλι με τον Τάσο, αυτήν τη φορά και με τον Άκη Πάνου, τον Στέλιο Ελληνιάδη, νομίζω και με τον μακαρίτη τον Χρήστο Βακαλόπουλο. Έχω πάρει επίσης από μια φίλη εξ Αμερικής μια φορά LSD.

Δεν μου είπανε πολλά πράγματα όλα αυτά, δεν τα χρειάστηκα. Άμα θέλω να χαλαρώσω προτιμώ να πιω ένα δύο ουισκάκια. Επίσης το καλό κρασί μ’ αρέσει. Οι μπύρες το καλοκαίρι. Τέτοια πράγματα.

Αυτές τις παρέες που αναφέρατε τώρα θα τις ζηλέψουν πολλοί.

Να είμαστε όλοι καλά και να χαιρόμαστε τις παρέες μας γιατί είναι πολύτιμες. Μάς δέχονται όπως είμαστε. Πολλές φορές ούτε η γυναίκα σου δεν σε δέχεται έτσι..


Παντελής Τζερτζεβέλης

Υπάρχει ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για το έργο του Βακαλόπουλου.

Δικαιολογημένα.

Με ποιο βιβλίο του θα συμβουλεύατε κάποιον να ξεκινήσει, προκειμένου να μυηθεί στον κόσμο του;

Με την ‘Γραμμή του ορίζοντος’. Και την ταινία του που έχει ενδιαφέρον -δεν θυμάμαι τώρα τον τίτλο της.

Έχει κάνει μία μαζί με τον Τσιώλη, το ‘Παρακαλώ, γυναίκες μην κλαίτε’.

Αυτή, ναι. Έχει κάνει και μια μικρού μήκους τις ‘Βεράντες’. Τον ζήλευα επειδή δεν είχε ποτέ ανάγκη να φάει ενώ εγώ τότε ήμουνα βουλιμικός. Εκείνος ήταν πάντα στιλάτος και κομψός. Όχι μόνο στην εμφάνισή του, αλλά σε ό, τι έκανε.

Ρώτησα στην αρχή για τις ουσίες και με αφορμή το Woodstock γιατί δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να αποσυνδεθεί το ένα απ’ το άλλο.

Και βέβαια μπορούμε να αποσυνδέσουμε τα ναρκωτικά από την ουσία εκείνης της υπόθεσης. Και πρέπει να τα ξεχωρίσουμε. Κοιτάξτε, πολιτικά εκείνο το κίνημα απέτυχε εντελώς γιατί δεν είναι δυνατόν να γίνει πολιτική με ντρόγκα και Μάο Τσε Τουνγκ . Αυτά παράγουν ασυναρτησία. Το πολιτιστικό προϊόν όμως που γέννησε όλη εκείνη η λαχτάρα απεδείχθη πανίσχυρο. Εκείνες οι μουσικές δεν είναι απλώς οι μουσικές κάποιων χίπηδων. Είναι ένα είδος κλασικής μουσικής πια. Φαίνεται ότι η αλήθεια ήταν αυτή που είπε η καρδιά μας, δηλαδή η ίδια η μουσική της και όχι τα πολιτικά κατασκευάσματα που έφτιαχνε το μυαλό μας.


Θυμάστε την πρώτη φορά που είδατε το Woodstock στο σινεμά;

Το είδαμε με την Άσπα (σ.σ. Η σύζυγός του) στο Παλλάς λίγες ημέρες μετά την πρεμιέρα που είχαν γίνει οι φασαρίες.

Ποιο σημείο της ταινίας σας μάγεψε περισσότερο;

Με συγκίνησε εκείνη η σκηνή με τον Jimi Hendrix, ο οποίος αφού έπαιξε εκστατικά τον εθνικό ύμνο της Αμερικής  με την κιθάρα του, της έβαλε φωτιά. Θυσίαζε δηλαδή ό,τι αγαπούσε περισσότερο, ε; Σαν σαμάνος, σαν αρχηγός φυλής. Μάλλον σαν ο μάγος της φυλής.

Γενικά όλα αυτά τα θεϊκά τσογλάνια που ανέβηκαν στη σκηνή του Woodstock -η Joplin, o Cocker, οι Who…- μάς δείξανε με τη μαγεία τους, ότι κάτω από την εξέγερση, κάτω από τον χιπισμό, κάτω απ’ τον Μάη του ‘68 και τα λοιπά, υπάρχει η αξεδίψαστη δίψα, μία φλεγόμενη αγάπη. Αχόρταγη και ανικανοποίητη.

ΤΟ ΧΙΠ ΧΟΠ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΜΑΣ

Παλιότερα είχατε πει ότι το αφηγηματικό τραγούδι έχει πεθάνει. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχει ανέβει πολύ το ελληνικό χιπ χοπ, το οποίο είναι κατά βάση αφηγηματικό.

Με γοητεύει αυτό το είδος γιατί είναι πάρα πολύ κοντά στην ανθρώπινη ομιλία. Η ανθρώπινη ομιλία, ξέρετε έχει κάτι το μουσικό από τη φτιαξιά της, από τη φύση της, γιατί όταν μιλάμε τι κάνουμε; Εκφέρουμε εντάσεις, παύσεις, υψηλότερους ή χαμηλότερους τόνους. Σαν μία πρωτόγονη μουσική ξεκίνησε η ανθρώπινη ομιλία.

Ήσαστε και από τους πρώτους στην ελληνική δισκογραφία που χρησιμοποιήσατε “ραπ απαγγελία” σε δίσκο. Στο ‘Μας βαράνε ντέφια’ και στο ‘Τσάμικο’. Πώς σας ήρθε τότε αυτή η έμπνευση;

Σωστά το επισημαίνετε. Χωρίς να το καταλάβω είχα κάνει κάτι σαν ραπ πριν από το ραπ.

Έχω μια σκέψη, ότι ίσως η λέξη “ραπ” να είναι σύντμηση της παλιά ελληνικής λέξης “ραψωδία”, δηλαδή απ’ το “rhapsody” να έχουνε πάρει το “ραπ”. Αν πέφτω μέσα τότε τα πρώτα μεγάλα διεθνή ραπ σουξέ πρέπει να είναι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια (γέλια).


Γιώργος Φακίτσας

Τα εγγόνια σας τι μουσική ακούν; Σας έχουν φέρει ποτέ κάτι να ακούσετε;

Ακούνε χιπ χοπ, τους αρέσει. Επίσης ακούνε Nirvana, ακούνε Guns ‘n’ Roses. Ο μεγάλος ο Διονυσάκης λέει ότι ακούει και John Lennon. Μήπως μού το λέει για να γουστάρω; Αυτή η αγωνία θα με φάει (γέλια)

Ο μικρός ο Ανδρέας ακούει επίσης όλα τα τραγούδια που λένε στην κερκίδα οι οπαδοί της Manchester City.

Ο ύμνος της City είναι το ‘Blue Moon’, που το έχει ερμηνεύσει μέχρι και ο Elvis Presley. Μήπως εννοεί αυτό; Επίσης τραγουδούν και πολλά κομμάτια των Oasis.

Τους μπερδεύω τους Oasis με άλλα συγκροτήματα, δεν είμαι σίγουρος τώρα. Βέβαια, το θυμάμαι το Blue Moon, γιατί εκτός του ότι είναι μαγικό τραγούδι, είχε κι ένα πάρα πολύ συναρπαστικό echo εκείνη η ηχογράφηση του Elvis. Του έδινε μία πολύ ενδιαφέρουσα διάσταση, σχεδόν μεταφυσική.

Αναφέρατε και τον Lennon. Είχατε πει σε συνέντευξη στον Γιώργο Παπαστεφάνου ότι τον είχατε γνωρίσει.

Μάς σύστησε στον πεζόδρομο της Βουκουρεστίου ο Magic Alex, ο Μάρδας. Ήταν ο Lennon και η Yoko Ono. Ο Lennon με ρώτησε “μήπως ξέρετε πού μπορώ να βρω μη αποφλοιωμένο ρύζι”; Αυτό ήταν όλο.

Διονύσης Σαββόπουλος

Η ΠΥΡΚΑΓΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ

Μού κάνει εντύπωση που τόσοι καλλιτέχνες έχουν σπίτι στο Πήλιο. Εσείς, ο Ιωαννίδης, ο Πορτοκάλογλου, ακόμα και ο συγχωρεμένος ο Λαυρέντης ο Μαχαιρίτσας στο σπίτι του εκεί άφησε την τελευταία του πνοή. Μπορείτε να σκεφτείτε τι έχει αυτό το μέρος και συγκεντρώνει ανθρώπους σαν εσάς;

Καλά, το βουνό είναι μαγικό. Βαθίσκια ρέματα, πλατάνια δίπλα στο νερό, ο ουρανός πλάι σου, κάτω ο γιαλός όλο βότσαλα.

Όταν ήμουν στο γυμνάσιο κάναμε εκπαιδευτική εκδρομή και ήρθαμε στο Πήλιο. Πραγματικά εκστασιάστηκα. Είπα “κάποτε θα ‘ρθω να μείνω εδώ”.

Το 2009 το προηγούμενο σπίτι σας εκεί κάηκε. Τι κειμήλια χάθηκαν μαζί του;

Αλίμονο, κάηκε ολοσχερώς τον Δεκέμβρη του 2009. Κάηκαν χειρόγραφα, ημερολόγια μου, σημειώσεις, βινύλια. Πίνακες του Παραλή, του Κυριτσόπουλου, του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, του Σεμερτζιάν, του Ραζή… Δυστυχώς.

Επρόκειτο για ένα ιστορικό σπίτι. Για παράδειγμα υπάρχει η ιστορία ότι εκεί γνώρισε ο Παπάζογλου τη γυναίκα για την οποία έγραψε τον ‘Αύγουστο’. Τη θυμάστε την ιστορία;

Ο Νίκος κοιμόταν σπίτι μας. Είχε έρθει για τα γενέθλια της Άσπας που είναι 8 Αυγούστου. Ήρθαν να μας επισκεφτούνε η Μελίνα Τανάγρη, συνάδελφός μας, μαζί με μια φίλη της, Πολωνή. Καλλονή η Πολωνή. Δεν ξέρω τι έγινε μετά. Ύστερα από πολύ καιρό άκουσα από κουτσομπολιά ότι “το και το”. Το τραγούδι βέβαια είναι υπέροχο.

Λένε ότι ήταν Ελληνίδα η καλλονή.

Δεν έχω ακούσει αυτήν την βερσιόν (γέλια).


Στο στούντιο του Νίκου Παπάζογλου στη Θεσσαλονίκη, το ‘Αγροτικόν’, με τον ίδιο στην κονσόλα, κατά την ηχογράφηση της ‘Εκδίκησης της Γυφτιάς’

Στο στούντιο του Νίκου Παπάζογλου στη Θεσσαλονίκη, το ‘Αγροτικόν’, με τον ίδιο στην κονσόλα, κατά την ηχογράφηση της ‘Εκδίκησης της Γυφτιάς’

Νομίζω και το ‘Ας κρατήσουν οι χοροί’ εκεί γράφτηκε.

Ναι, και τα ‘Τραπεζάκια’, και η ‘Ρεζέρβα’ σχεδόν όλη, και το ‘Ξενοδοχείο’ και άλλα, εδώ γράφτηκαν. Τον Σεπτέμβριο κατέβαινε στην Αθήνα η Άσπα με τα παιδιά για να πάνε σχολείο και εγώ καθόμουν κι έγραφα.

Δεν ήσασταν δηλαδή και πολύ κοντά τους όσο μεγάλωναν; Έκανε τη “δύσκολη δουλειά” η σύζυγός σας;

Αποκλείεται να ήταν εκείνη καλύτερος πατέρας από μένα, όπως και εγώ αποκλείεται να ήμουν καλύτερη μητέρα από εκείνη. Δόξα τω Θεώ, καλά μεγαλώσανε τα παιδιά.

Και το ‘Σου μιλώ και Κοκκινίζεις’ στα χωριά του Πηλίου αναφέρεται. Πώς σας φάνηκε η διασκευή του από τον Χαρούλη;

Ο Χαρούλης είναι εξαίσιος τραγουδιστής, ένα αγγελούδι, έχει ρίζα, έχει αθωότητα, το είπε υπέροχα το τραγούδι. Ε, τώρα βέβαια η ενορχήστρωση, κάπως συμβατική για τα δικά μου τα γούστα.

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΜΕ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ, ΠΑΙΖΟΝΤΑΣ ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ

Με τον Νίκο Παπάζογλου γνωριζόσασταν από παιδιά; Ήταν και εκείνος ανάμεσα σε αυτούς που σας φώναζαν “Νιόνιο-Ψώνιο”;

Ο Νίκος ερχόταν στη γειτονιά μας στην οδό Ζάννα για να δει τα ξαδερφάκια του, τους Χασικίογλου. Την πρώτη φορά που ήρθε στη γειτονιά είδε γραμμένο παντού στους τοίχους το αρχικόλεξο ‘ΕΟΖ’. Ρώτησε τα ξαδερφάκια του “ποιος τα γράφει αυτά τα πράγματα;”. Δείξανε εμένα “να, αυτός εκεί ο ψηλός”. Έρχεται σε μένα ο Νίκος και με κείνη τη φωνή που σε έσφαζε με ρωτάει “τι θα πει ‘ΕΟΖ’;”. Και εγώ, παιδιόθεν ψωνισμένος, του απαντάω βαρύγδουπα: “Επαναστάται Οδού Ζάννα”.


Και ήσασταν και εκείνος που τον έβγαλε στη δισκογραφία με τους ‘Αχαρνείς’. Μέχρι τότε το έψαχνε με το ροκ. Πώς τον πείσατε να συμμετάσχει στις παραστάσεις σας μαζί με τον Πάνο Κατσιμίχα, τον Σάκη Μπουλά και λοιπούς;

Μα δεν χρειάστηκε κόπος για να τον πείσω. Ήμασταν φίλοι χρόνια και νομίζω ότι και εκείνος ήθελε πια να αλλάξει, να κάνει δηλαδή κάτι βαθύτερο απ’ το να διασκεδάζει απλώς τον κόσμο, με ξένα τραγούδια της μόδας. Κατέβηκε στην Αθήνα και τον αγάπησε αμέσως όλη η παρέα εκείνη των ‘Αχαρνέων’. Και μετά τον αγάπησε και όλος ο κόσμος.

Ποια είναι η πιο δυνατή ανάμνηση που σας έχει μείνει από εκείνον;

Το καλοκαίρι του ‘75, μαζί με τον Γιώργο Κοντογιάννη, τα παιδιά μας και τις γυναίκες μας, πήγαμε να κάνουμε διακοπές στη Σκύρο, όπου νοικιάσαμε ένα μικρό σπιτάκι. Ε, και πέρασαν όλοι από εκεί. Θυμάμαι ήταν και ο μακαρίτης ο Στρατής Τσίρκας.

Λοιπόν, κάποια στιγμή ήρθε και ο Νίκος και τα μικρά μας τα παιδιά ενθουσιάστηκαν μαζί του γιατί έπαιζε πολύ ωραία μαζί τους στο γιαλό. Και ένα βράδυ, έτσι που είχαμε ανάψει μια φωτιά στην αμμουδιά, παίξαμε κάποια τραγούδια εγώ και ο Γιώργος Κοντογιάννης, λαϊκά. Και πήρε τότε την κιθάρα και ο Νίκος -εγώ τον ήξερα για τραγουδιστή ξένων τραγουδιών, έτσι;- και μας τραγούδησε υπέροχα, μα υπέροχα σας λέω ένα λαϊκοδημοτικό τραγούδι, το ‘Μάδησα μια μαργαρίτα και την ρώτησα’ και μετά μάς είπε και το ‘Άναψε το τσιγάρο δως μου φωτιά’. “Μπράβο ρε Νίκο”, όλοι ενθουσιασμένοι. Τα ‘πε πάρα πολύ ωραία.

Ήταν μια αξέχαστη βραδιά. Ρε το πουλάκι μου τον Νίκο.

ΦΙΛΟΞΕΝΟΥΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΜΑΝΟΥ ΛΟΪΖΟΥ

Θέλω να σας ρωτήσω και για έναν ακόμη φίλο σας που δεν ζει, για τον Μάνο Λοΐζο. Το ‘63 ήσασταν συγκάτοικοι;

Εγώ έμενα από δω και από κει. Πολλές φορές με μάζευε και ο Μάνος να κοιμηθώ στο σπιτάκι του.


Προσπαθώ να φανταστώ πώς περνούσε μία ημέρα σε ένα σπίτι που ζούσατε εσείς οι δύο. Μπορείτε να μου περιγράψετε μία τυπική ημέρα;

Το πρωί που ξυπνούσαμε έφτιαχνε φραπέ και μετά μού έδειχνε ακόρντα στην κιθάρα που ακόμη δεν ήξερα. Είχαμε υπάρξει και οι δύο σπουδαστές στην τάξη του βιολιού σε διαφορετικά ωδεία. Εκείνος στην Αλεξάνδρεια εγώ στην Θεσσαλονίκη, εκείνος όμως έπαιζε καλά και  κιθάρα. Η Μάρω η Λήμνου, η τότε σύντροφός του, έφερνε λίγο φαγάκι από το σπίτι της και βολευόμασταν με αυτό. Τα απογεύματα και τα βράδια πηγαίναμε στον Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής, στον ΣΦΕΜ, στην οδό Σόλωνος. Ήμασταν μέλη αυτού του συλλόγου, ήταν και η Φαραντούρη. Πιο αργά το βράδυ πηγαίναμε χορωδία ολόκληρη σε κάποια ταβέρνα και τραγουδούσαμε για να εξασφαλίσουμε το φαγητό μας.

Ο ένας έπαιζε τα νέα τραγούδια του στον άλλον, πριν ακόμη δισκογραφηθούν. Θυμάστε ποιο δικό του σας ενθουσίασε ή ποιο δικό σας τραγούδι τον ενθουσίασε περισσότερο;

Εμένα με εντυπωσίασε αμέσως το τραγούδι του ‘Ο δρόμος’. Από δικά μου, όχι, δεν θυμάμαι να τον ενθουσίασε κανένα. Γενικά δεν ήταν άνθρωπος που ενθουσιαζόταν εύκολα ή που το έδειχνε τέλος πάντων. Μια φορά μόνο τον είδα εντυπωσιασμένο όταν ακούσαμε στο ραδιόφωνο το τραγούδι των Animals, ‘The House of the Rising Sun’.


Γιώργος Φακίτσας

Καταφέρνατε να τσοντάρετε τίποτα στο νοίκι, από τη δουλειά σας πχ ως δημοσιογράφος;

Αν τσόνταρα; Εγώ δεν είχα μία. Ε, μετά που έπιασα δουλειά νοίκιασα ένα ημιυπογειάκι.

Ήσασταν καλός ρεπόρτερ;

Πήγαινα τα ρεπορτάζ μου στον προϊστάμενό μου που ήταν ο Ανεμοδουράς, που έβγαζε τον ‘Μικρό Ήρωα’ και μού έλεγε να προσέχω τη ροπή που έχω προς τη λογοτεχνία γιατί είναι εχθρός της δημοσιογραφίας. Κάποια στιγμή μού λέει  “εσύ στο μέλλον μπορεί να γίνεις καλός χρονογράφος”. Δεν κάθισα πολύ στην εφημερίδα. Από τον Οκτώβρη του ‘63 ως το καλοκαίρι του ‘64.

Ποια εφημερίδα;

Λεγόταν ‘Ελεύθερος Τύπος’. Είχε πάρει τον τίτλο τότε ο Τεγόπουλος από τον Καβαφάκη . Δεν μακροημέρευσε. Λειτούργησε σαν καθημερινή απογευματινή εφημερίδα της αριστεράς.


ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ (Μ’ ΑΕΡΟΠΛΑΝΑ ΚΑΙ ΒΑΠΟΡΙΑ)

Ο στίχος “σε αυτόν τον κόσμο όσοι αγαπούνε τρώνε βρώμικο ψωμί” τι σημαίνει; Έχετε πει ότι σε ένα άλλο τραγούδι, στο ‘Μωρό’, ο στίχος “φάε το βρώμικο ψωμί”, σημαίνει να αποδεχτείς ότι μια μέρα θα πεθάνεις και να ζεις με αυτό. Στο ‘Ζεϊμπέκικο’ όμως μήπως χρησιμοποιείται με κάποια άλλη έννοια;

E, ορίστε, κάθε φορά που πάω να δώσω μία εξήγηση για το τι σημαίνει ένας στίχος μου το μετανιώνω, γιατί μπορεί να είναι αλλά και να μην είναι έτσι. Ας πούμε ότι στο «μωρό» έχει έννοια επιτακτική και μάλλον οργισμένη ενώ στο ‘Ζεϊμπέκικο’ ακούγεται  σαν παράπονο, σαν διαπίστωση, σαν εγκαρτέρηση απέναντι στην αδικία.

Άρα “τρώνε βρώμικο ψωμί” σημαίνει “ζουν με την αδικία”;

Ναι, αλλά προσέξτε τώρα. Σας λέω τη φράση “σε αυτόν τον κόσμο όσοι αγαπούνε, ζουν με την αδικία”. Και σας λέω και τη φράση “σ’ αυτόν τον κόσμο όσοι αγαπούνε τρώνε βρώμικο ψωμί”. Αυτό είναι ουσιαστικότερο και ακριβέστερο. Ενώ το πρώτο είναι απλώς μία πληροφορία.

Να για ποιον λόγο πρέπει να αφηνόμαστε στην τέχνη και να αφήνουμε τη λογική για άλλα πράγματα.


Είχατε πει οτι στο ‘Ζεϊμπέκικο’ προσπαθήσατε να μιμηθείτε τον Καζαντζίδη αλλά σας βγήκε “αλλιώς”.

Όλα ξεκινούν από έναν θαυμασμό. Πας να κάνεις κι εσύ κάτι τέτοιο, πας να κάνεις αν είναι δυνατόν το ίδιο, αλλά σου βγαίνει αλλιώς. Αυτό είναι κάτι υπέροχο. Δεν μπορείς να πεις τίποτε χωρίς να το περάσεις μέσα απ’ τον εαυτό σου πρώτα. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τη μουσική, ισχύει για ολόκληρο τον πολιτισμό. Ας πούμε στον Μεσαίωνα τους έπιασε μία μανία να μιμηθούν την αρχαία Ελλάδα. Και τους βγήκε η Αναγέννηση. Στην Φλωρεντία πήγαν να μιμηθούν την αρχαία τραγωδία και τους βγήκε η Όπερα.

Ο ‘Μπάτης’ του τραγουδιού ποιος είναι;

Ο Μπάτης μπορεί να είναι ένα αεράκι από την Ιωνία ή μπορεί να είναι ένας ρεμπέτης. Στον αέρα επίσης στέκει μία παρθένος η οποία κυβερνάει ηλεκτρικά φεγγάρια. Μες στο τραγούδι  στέκει επίσης ο Μάρκος με μία χρυσή λόγχη.

Φαίνεται ότι τα τραγούδια μου είναι η δική μου ψυχανάλυση που δεν έχει τελειώσει ακόμα.

Πέρα από την Μπέλλου, είχατε συνεργαστεί και με έναν ακόμη τεράστιο ρεμπέτη, τον Δημήτρη Γκόγκο-Μπαγιαντέρα.

Ο Μπαγιαντέρας ήταν απόλαυση. Ο ηθοποιός Νίκος Πιλάβιος πήγε και ηχογράφησε ένα βράδυ μία τιμητική συναυλία που δίδονταν για την οικονομική του ενίσχυση. Μού έφερε την μαγνητοταινία κι εκεί άκουσα αυτό το τραγούδι το οποίο ήταν ανέκδοτο… “Ένας καθρέφτης στην ψυχή μου είναι κρυμμένος, που φαντασία τον ελένε οι πολλοί”, σαν να άκουγες δηλαδή τον Πλάτωνα. Το ηχογράφησα με τους συνεργάτες μου και μετά καλέσαμε τον Μπαγιαντέρα στα παλιά στούντιο της Columbia για να το τραγουδήσουμε μαζί. Ήρθε, ήταν πολύ γέρος πια και εντελώς τυφλός.

Είχε υπάρξει αξιωματικός του Εμπορικού Ναυτικού αλλά τα παράτησε και πήγε με τους ρεμπέτες, έγραψε τραγούδια, τυφλώθηκε σιγά σιγά. Εγώ τον συγχάρηκα για την ευρωστία του, για το ανάστημά του, που ήταν τόσο καλά. Εκείνος με επέπληξε που καπνίζω και μού είπε επίσης ότι κάνει μονόζυγο ακόμα. Πρέπει να ‘ταν 80 ετών.

Ξέρετε στα νιάτα του έκανε ελληνορωμαϊκή πάλη, ήταν ανέκαθεν πολύ γυμνασμένος. Και “νταής”.

Ναι, ε; Μού είπε επίσης με περηφάνια ότι ικανοποιούσε τη σύζυγό του άπαξ της εβδομάδος.

Ε, μετά μάς φώναξαν για να μπούμε στο στούντιο να ηχογραφήσουμε. Τον πήρα αγκαζέ και καθώς κάναμε να μπούμε στο στούντιο, ήταν μπροστά μας ένας τεράστιος κεκλιμένος καθρέφτης. Εκεί είδα για μια στιγμή τα είδωλά μας. Ο Μπαγιαντέρας με το λευκό μπαστούνι του τυφλού και το αβέβαιο βήμα, εγώ με το δεξί χέρι να τον έχω αγκαζέ και με το αριστερό να κρατάω την κιθάρα. Ήμασταν μια παραδοξότητα μπροστά στον καθρέφτη. Εμείς μπορεί να μπήκαμε στο στούντιο αλλά αισθανόμουν σαν η εικόνα μας να έμεινε φυλακισμένη εκεί μέσα στον καθρέφτη για πάντα.


Παντελής Τζερτζεβέλης

ΣΤΙΧΟΙ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΟΙ ΜΥΘΟΙ

Δεν μπορώ να μη ρωτήσω και για το ‘Μυστικό Τοπίο’. Θα θέλατε να μου πείτε για τι μιλάει αυτό το τραγούδι;

Στη Βίβλο υπάρχει αυτή η ιστορία με τον Ιωνά που τον κατάπιε το κήτος. Είναι μια ιστορία ανάστασης. Διαβάστε την. Ίσως εκεί υπάρχει η εξήγηση του τραγουδιού.

Εσείς διαβάζατε από τότε τη Βίβλο; Ως πιστός ή από περιέργεια;

Και ως πιστός αλλά και ως άνθρωπος που προσπαθεί να καταλάβει τι τρέχει διαβάζοντας τα μεγάλα κείμενα. Τη Βίβλο, τους Τραγικούς, τον Ντοστογιέφσκι, τους μεγάλους κλασσικούς…

Γιατί μάς αρέσει τόσο πολύ να διαβάζουμε ιστορίες;

Μάς αρέσει γιατί ο κόσμος είναι ένα χάος και οι ιστορίες τον βάζουνε σε τάξη. Οι ιστορίες έχουν αρχή, μέση, τέλος, ταυτιζόμαστε με τον ήρωα, ελευθερώνουμε μαζί την βασιλοπούλα, νικάμε τον δράκο. Αυτό είναι πολύ πιο αληθινό από ένα μποτιλιάρισμα στη λεωφόρο.

Έχετε προσέξει που όταν πάμε στο σινεμά και βλέπουμε ας πούμε ένα ωραίο έργο, ε εκεί βέβαια όλα είναι ψέματα στην ταινία. Τελειώνει όμως η ταινία, βγαίνουμε έξω στον δρόμο, και νιώθουμε ότι η αλήθεια ήταν εκεί στην οθόνη. Ενώ τώρα εδώ που βγήκαμε έξω στον κόσμο, σαν κάτι να λείπει.


Γιώργος Φακίτσας

Το ‘Δεν έχω ήχο, δεν έχω υλικό’ επίσης θα ήθελα να μου το αποκωδικοποιήσετε.

Δηλαδή ενώ δεν έχω ήχο, δεν έχω τι να πω, εν τέλει αυτό γίνεται τραγούδι.

Θέλω να σας ρωτήσω για δύο αστικούς μύθους. Πρώτον: Το ‘Ελσα σε φοβάμαι’ είναι όντως γραμμένο για την Ελληνική Στρατιωτική Αστυνομία (ΕΛ.Σ.Α.) της Χούντας;

Η Έλσα; Όχι, καμία σχέση.

Δεύτερον. Το σόλο απ’ το ‘Κιλελέρ’ το έχει κλέψει ως ένα σημείο ο Mark Knopfler στο ‘Sultans of Swing’;

Το σόλο στο ‘Κιλελέρ’ είναι του Τζόνι του Λαμπίτσι. Δεν ξέρω αν το έχει πάρει κανείς. Δεν το ‘χω υπόψη μου.

Επίσης η ιταλική ταινία ‘Il Corsaro Nero’ το 1971 έχει στους τίτλους αρχής ένα τραγούδι copy paste της ‘Συννεφούλας.

Ναι, σ’ αυτήν την ταινία το ‘Il Corsaro Nero’ μου ‘χουν κατακλέψει τη μουσική απ’ τη ‘Συννεφούλα’. Και στους τίτλους και γενικά. Το είπα στη δισκογραφική μου εταιρεία, το είπα και στην ΑΕΠΙ, δεν κάνανε τίποτα. Κι όχι μόνο αυτό. Μετά βγήκαν και διάφοροι έξυπνοι και γράφανε ότι εγώ έχω κλέψει τη μουσική αυτή από το ‘Il Corsaro Nero’. Δηλαδή, εμ κλεμμένος, εμ και δαρμένος.

ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ

Απ’ την άλλη μεριά συχνά έχουν πει ότι κι εσείς έχετε “κλέψει” μουσικές και στίχους. Δεν θέλω να επικεντρωθούμε σε συγκεκριμένα τραγούδια, θα ήθελα όμως γενικά τη θέση σας πάνω σε αυτές τις “κατηγορίες”.

Ό,τι έχω πάρει το έχω δηλώσει. Στα εξώφυλλα, στις εκδόσεις, και πολλές φορές και στα live. Αλλά αυτά τα λένε κάτι μουσίτσες για να με απαξιώσουνε εν τω συνόλω μου. Ο Τσιτσάνης τα άκουσε χειρότερα. Λέγανε ότι τα μισά τραγούδια τα είχε γράψει ο  αδερφός του που παρέμεινε στην αφάνεια. Τα λέγανε και για τον Χατζιδάκι. Ακούστε, εγώ δεν έχω καμιά μεγάλη ιδέα για τα τραγούδια μου, αλλά δεν μοιάζουνε με τίποτε. Έχουν το DNA τους. Είναι αυτά που είναι τέλος πάντων.


Παντελής Τζερτζεβέλης

Ο Δηματάτης σε βιβλίο του για τον Σιδηρόπουλο γράφει ότι αρνηθήκατε να κάνετε εμφανίσεις μαζί με τα Μπουρμπούλια και εκείνον γιατί δεν τους συγχωρήσατε που σας “άφησαν” για να παίξουν μαζί του. Και γιατί μερικούς μήνες πριν είχατε εκμυστηρευτεί στον Σιδηρόπουλο ότι τον προορίζατε για συνεργάτη σας και εκείνος αρνήθηκε.

Ποτέ δεν μ’ αφήσανε τα ‘Μπουρμπούλια’. Όταν έγραψα τη ‘Μαύρη Θάλασσα’ ανέθεσα τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην φλαουτίστρια Στέλλα Γαδέδη. Κι όταν συμπλήρωσα και τα υπόλοιπα τραγούδια του δίσκου ‘Βρόμικο Ψωμί’, είδα ότι χρειαζόμουν καινούρια  όργανα. Για  τούμπα πήρα τον Γιάννη ‘Μπαχ’ Σπυρόπουλο, για τρομπέτα τον Γιώργο Γαβαλά΄ που έπαιζε και μπάσο, για βιμπράφωνο τον Καραμήτρο που έπαιζε και τύμπανα . Χρειαζόμουν δυο κιθάρες και συνεργαστήκαμε με τον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Βαγγέλη Γερμανό και τον σχεδόν έφηβο  και φίλο του «Μπαχ» Θεολόγο Στρατηγό. Βάφτισα το συγκρότημα ‘η Λαιστρυγόνα’.

Τα ‘Μπουρμπούλια’ είχαν ήδη διαλυθεί. Ο Τζώνη είχε φύγει στην Αυστραλία, ο Σπίνουλας και ο Καζιάνης μπήκαν στην κρατική ορχήστρα Αθηνών, η Μαρίνα ήταν άφαντη. Είχανε μείνει μόνο ο Βασίλης Ντάλας και ο Νίκος ο Τσιλογιάννης που θελήσανε να κρατήσουνε το όνομα ‘Μπουρμπούλια’, πράγμα το οποίο επέτρεψα. Κάποτε ήρθανε τα παιδιά στο σπίτι μαζί με τον Παύλο τον Σιδηρόπουλο. Παίξαμε κάποια τραγούδια, χάριν αναψυχής. Ούτε εγώ του έκανα καμία πρόταση ούτε εκείνος.


Με τα Μπουρμπούλια και τη Μαρίζα Κωχ

Πώς τον θυμάστε τον Σιδηρόπουλο;

Ο Παύλος ήταν θαμώνας στο ‘Ροντέο’ και στο ‘Κύτταρο’. Όμορφος, ωραία φωνή, ευγενικό παιδί. Παιδί με περιεχόμενο. Αριστοκρατικός ήταν ο Παύλος. Έμπλεξε, αυτό έγινε. Έμπλεξε.

Έχετε πολλές φορές διχάσει το κοινό. Νιώσατε ότι με τις επιλογές σας κάποιες φορές, οδηγήσατε ανθρώπους που σας αγαπάνε να σας υποστηρίξουν δημόσια αλλά λίγο μουδιασμένα, λίγο απρόθυμα; Ότι τους αναγκάσατε να μπουν σε θέση άμυνας προκειμένου να σας υπερασπιστούν;

Οποίος και να με υπερασπίζεται με κάνει να νιώθω ευγνωμοσύνη για αυτόν ακόμη περισσότερο αν τον έφερα σε δύσκολη θέση. Είναι ξεχωριστός για μένα.

40 ΝΥΧΤΕΣ ΣΤΗ ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑΣ 20-22

Καταλαβαίνω το να γράψει κάποιος το ‘Δημοσθένους Λέξις’ μέσα στη φυλακή. Δεν καταλαβαίνω το να γράψει τη ‘Θαλασσογραφία’.

Είναι περίεργο αλλά έχω καλές αναμνήσεις από εκείνη τη φυλακή μου, διότι μπορεί να με ρίξανε σε ένα κελί απομόνωσης, να πέρασα βασανιστήρια, αλλά ήμουνα πιο κοντά στον εαυτό μου. Πώς να σας το περιγράψω; Καθόμουν εκεί πέρα ήσυχος και έγραφα τραγούδια.


Eurokinissi

Αυτές τις μέρες του ‘67, που μείνατε φυλακισμένος απ’ τη Χούντα, υπήρχαν ανεβοκατεβάσματα στη ψυχική σας διάθεση; Ερχόταν δηλαδή κάποια στιγμή που νιώθατε για κάποιον περίεργο λόγο μια ανάταση μέσα στο κελί (και γράφατε σκοπούς σαν τη ‘Θαλασσογραφία’) και άλλες που ήσαστε πιο πεσμένος και γράφατε σαν το ‘Δημοσθένους Λέξις’;

Υπήρχαν βέβαια στιγμές που ήμουνα πεσμένος, θλιμμένος, φανταζόμουν τα πιο άσχημα πράγματα, ότι να, έβγαλα ένα σπυράκι στο σβέρκο και αυτό το σπυράκι είναι καρκίνος και σίγουρα θα πεθάνω. Ή άλλες φορές σκεφτόμουνα ότι αφού δεν υπάρχει κατηγορία εναντίον μου θα με στείλουν εξορία, και από εκεί πια ποιος ξέρει, θα φύγω γέρος. Τέτοια.

Κοιτάξτε, όταν ήμουνα νήπιο, δεν μ’ αφήνανε οι γονείς μου να σηκωθώ το πρωί απ’ το κρεβάτι για να έχουν την ησυχία τους και έπρεπε να ‘ρθει κάποια στιγμή η μαμά μου για να με σηκώσει, μέχρι τότε όμως περνούσε καμιά ώρα. Και δεν είχα τι να κάνω μέσα στο κρεβατάκι μου και έφτιαχνα διάφορα τραγουδάκια παιδαριώδη. “Η Έλλη δεν με θέλει, θέλει τον Αριστοτέλη” κάτι τέτοια. Ε και μετά κάποια στιγμή ερχόταν η μαμά και με αναλάμβανε. Λοιπόν, αισθάνθηκα κάπως έτσι μέσα σε εκείνο το κελί της απομόνωσης. Δεν περνούσε η ώρα. Και έφτιαχνα τραγούδια.

Θυμάμαι αστεία περιστατικά. Η Άσπα έφερνε κάθε μεσημέρι φαγητό -ήταν τότε μαθήτρια γυμνασίου- και μια φορά της είπε η Μάρω του Λοϊζου  “να του πας μαζί με το φαγητό και μερικά στάχυα” . Διότι τότε ο σοβιετικός κινηματογράφος είχε κάτι τέτοια σύμβολα, γονιμότητας και αναγεννήσεως. Σοσιαλιστικός ρεαλισμός, ε; Δηλαδή να μου φέρει στάχια αντί για λουλούδια. Η Άσπα πήγε και πήρε μερικά στάχυα τα παραδίδει με το φαγητό στoν δεσμοφύλακα, μου το φέρνει ο δεσμοφύλακας στο κελί και μου λέει: “γαϊδούρι! Έλα πάρε το φαΐ σου”. (γελάει)

Ο Πατσιφάς ήταν εκείνος που επέμενε να ερμηνεύσετε ο ίδιος τα τραγούδια σας στον πρώτο σας δίσκο. Αν είχε περάσει το “δικό σας”, πώς φαντάζεστε το μέλλον που θα ακολουθούσε; Θα μπορούσε ο συνθέτης Σαββόπουλος να γράψει τα ίδια τραγούδια από τη στιγμή που δεν θα προορίζονταν να τα πει ο ίδιος, αλλά κάποιος τρίτος;

Ε ναι, θα ‘ταν αλλιώς. Παραδείγματος χάριν τα κομμάτια που έγραψα για τον Μιχάλη Μενιδιάτη, για τον Σώτο Παναγόπουλο, στο ‘Χάπι Ντέι’ του Βούλγαρη είναι διαφορετικά.


Eurokinissi

Έχω μια μεγάλη απορία. Σε μια άλλη ταινία του Βούλγαρη, τα ‘Πέτρινα Χρόνια’, το ζευγάρι που είναι κρατούμενο ανταλλάσσει μεταξύ του ένα χαρτάκι που γράφει ‘Οι μέρες που λαχτάρησα θα ‘ρθουν’. Είναι από το τραγούδι σας ‘Το δέντρο’ οι στίχοι;

Ναι, απ’ το ‘Δέντρο’ είναι. Τέτοια σύμπτωση λέτε;

Είμαστε φίλοι από παλιά με τον Παντελή. Είχα θαυμάσει την πρώτη του μικρού μήκους ‘Ο Τζίμης ο Τίγρης’. Γενικά η δουλειά του μ’ αρέσει πάρα πολύ. Ξεχωρίζω ‘Το Προξενιό της Άννας’.

Αργότερα, πήρατε κι εσείς τον Τζίμη τον Τίγρη σε μια παράσταση, όταν ανεβάσατε το ‘Βρώμικο Ψωμί’. Πόσο πρέπει να αιφνιδιάσατε το κοινό;

Ο Τζίμης έδινε παραστάσεις στην πλατεία Μοναστηρακίου και τον κράζανε ενώ αυτός θριάμβευε. Ήτανε μαγικό να τον βλέπεις γιατί είχε καταφέρει να εντάξει το κράξιμο μέσα στην ίδια του την παράσταση. Τα ίδια γίναν και στο ‘Κύτταρο’. Επιδείκνυε τα κατορθώματά του και από κάτω του φωνάζανε “σκύλος σε βίλα, έρχεσαι;”. Και εκείνη τη στιγμή ο Τζίμης ο Τίγρης λύγιζε το σίδερο και έλεγε “η σιωπή μου προς απάντησίν σου”. Η αίθουσα πανηγύριζε και ο Τζίμης θριάμβευε διαπομπευόμενος.


Ο Τζίμης ο Τίγρης και πίσω του ο Διονύσης Σαββόπουλος στο Κύτταρο.

Ο Τζίμης ο Τίγρης και πίσω του ο Διονύσης Σαββόπουλος στο Ροντέο.

“ΒΛΕΠΩ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΑ ΕΙΚΟΝΙΣΜΑΤΑ ΤΑ ΣΤΕΦΑΝΑ…”

1984, παραγωγή σε δίσκο του Χριστοδουλόπουλου. Προκαλεί εντύπωση.

Μα υπάρχουν πολλά τραγούδια λαϊκοδημοτικά που μ’ αρέσουνε, όπως και οι τραγουδιστές τους, αυτοί οι μεγάλοι σταρ των θρησκευτικών μας πανηγυριών. Και φυσικά ανάμεσά τους είναι και ο κορυφαίος Μάκης Χριστοδουλόπουλος. Θυμώνω που οι λεγόμενοι έντεχνοι τα σνομπάρουν αυτά τα πράγματα, το θεωρώ μεγάλη αδικία.

Τι θυμάστε απ’ την ηχογράφηση;

Μού ‘κανε εντύπωση στην ηχογράφηση το εξής: Ο Μάκης ή δεν έβλεπε να διαβάσει τα γράμματα των στίχων που ήταν μπροστά του ή δεν ήξερε να διαβάζει, δεν ξέρω. Και είχε βάλει τον βοηθό του να τού υπενθυμίζει τον στίχο με χειρονομίες. Δηλαδή ας πούμε για να πει “αυτά τα στέφανα, πού φτιάχτηκαν με άνθη” (σ.σ. τραγουδάει), ο βοηθός με τα χέρια του σχημάτιζε στέφανα πάνω απ’ το κεφάλι του. Ή για να πει “τα άνθη” έφερνε ο βοηθός το χέρι μπροστά στη μύτη και έκανε δήθεν ότι εισπνέει, για να θυμηθεί ο Μάκης τα… άνθη. Και έτσι προχωρούσε η ηχογράφηση. Ήταν απίστευτο. Ε, ωραίος ήταν ο δίσκος, τον ευχαριστήθηκα.

ΜΕ ΤΟΝ ΤΖΙΜΗ ΠΑΝΟΥΣΗ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΜΠΑΝΙΕΡΑ

Είχατε μεγάλη αγάπη για τον Χατζιδάκι και εκείνος για σας. Γιατί δεν ήθελε να παιχτούν τα τραγούδια του στο ‘Ζήτω το Ελληνικό Τραγούδι’;

Το 1986 γενικά οι λεγόμενοι “έντεχνοι”, δεν θέλανε να μπερδεύονται με τους λαϊκούς. Ο Χατζιδάκις είχε πει “μα, με τον Στράτο Διονυσίου βρήκανε να αρχίσουνε;”. Παρακολουθούσανε όμως όλοι τους την εκπομπή ανελλιπώς. Ε, στο τέλος ο Μάνος μάς την έδωσε την άδεια.


Αγαπημένη μου στιγμή είναι που βρεθήκατε στην μπανιέρα μαζί με τον Τζίμη Πανούση. Ποιος είχε την ιδέα;

Με τον Τζιμάκο σχετιζόμασταν ήδη, πήγαινα στα προγράμματά του, πήγαινα επίσης μάρτυρας υπεράσπισης όταν τον τρέχανε στα δικαστήρια. Σε μια φάση είχαμε κοινό φίλο τον Σωτήρη Κακίση, οπότε βλεπόμασταν συχνά. Ε, φυσιολογικά κάποια στιγμή βρεθήκαμε και μπροστά στην κάμερα. Ποιο τραγούδι λέγαμε; Θύμισέ μου.

Το ‘Ενυδρείο’.

Α, μπράβο (γελάει). Δεν θυμάμαι πώς προέκυψε και μπήκαμε στην μπανιέρα. Ήρθε ο Τζιμάκος και ο Λουκιανός Κηλαηδόνης νομίζω και κάναμε δυο τρία τέτοια κομμάτια. Δεν ήταν πάντως στο ‘Ζήτω το Ελληνικό Τραγούδι’. Ήταν σε ένα εορταστικό για την υποδοχή του 1988.

Εξαιτίας της σάτιράς του στο ‘Μέρα όμορφη’, που το έκανε ‘Πρέζα όμορφη’, πολλοί νομίζουν ότι δεν σας συμπαθούσε -πράγμα που δεν ίσχυε. Είναι ο άνθρωπος που είχε πει ότι “το ελληνικό τραγούδι τελείωσε με τον Βαμβακάρη και ξανάρχισε με τον Σαββόπουλο”.

Ο Τζιμάκος ήταν μεγάλο σατιρικό ταλέντο. Ό,τι έλεγε και ό,τι παρουσίαζε είχε πολύ ενδιαφέρον ακόμη και αν δεν σε συμφωνούσα σε μερικά από αυτά.

Αναγκαστήκατε μετά το ‘Κούρεμα’ να αναζητήσετε δουλειά στο εξωτερικό, το ‘90-93 δουλέψατε σε κλαμπ στη Νέα Υόρκη. Πώς ήταν η εμπειρία;

Μού έκαναν εντύπωση οι Αμερικανοί θαμώνες του κλαμπ. Μερικοί απ’ αυτούς ξέρανε τα τραγούδια μου και φυσικά απορούσα. Λοιπόν, αποκαλύπτονταν πάντα ότι είχε περάσει από τη ζωή τους Ελληνίδα γκόμενα. Είναι τρομερές, μόλις γνωρίσουνε τον αλλοδαπό του πασάρουνε κασέτα με τραγούδια ελληνικά, ποιητική συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη και έναν μουσακά. Και του μένουν αξέχαστες.


Eurokinissi

Σας έδωσε συμβουλές ο Χατζιδάκις απ’ τα δικά του χρόνια στη Νέα Υόρκη; Πού να πάτε για παράδειγμα; Υπήρχε βέβαια μια μεγάλη χρονική απόσταση.

Όχι, αλλά πήγα και βρήκα το μπαρ ‘Figaro’, πιάνο μπαρ όπου παιζόταν μόνο κλασική μουσική, και στο οποίο σύχναζε γύρω στο ‘70 ο Χατζιδάκις, και καμιά φορά κάθονταν κιόλας στο πιάνο. Τον θυμόταν ο παλιός ιδιοκτήτης και τον θυμόντουσαν επίσης μερικοί παλιοί θαμώνες του μπαρ. Τους είχε εντυπωσιάσει πάρα πολύ. Θυμόντουσαν ακόμη πράγματα που έλεγε για τη μουσική, την τέχνη, την πολιτική… Καμιά φορά κάθονταν στο  πιάνο, και όλοι μαγεύονταν ακόμη και αν δεν ήξεραν τα κομμάτια του.

Αγνοούσαν ακόμη και το ότι είχε πάρει Όσκαρ; Μήπως δεν το έλεγε ο ίδιος, το σνόμπαρε;

Σίγουρα το σνόμπαρε. Είναι γνωστό αυτό.

Τελευταία ερώτηση. Έστω ότι είχατε την ευκαιρία να περάσετε τη μέρα σας με έναν φίλο σας που δεν ζει πια. Ποιον θα διαλέγατε και πώς θα την περνούσατε;

Θα ήθελα τον Τάσο τον Φαληρέα. Ήταν υποστηρικτικός με έναν πολύ διακριτικό τρόπο. Όχι μόνο με μένα, με όλα. Είχε έναν δικό του τρόπο να βλέπει τα πράγματα.. Τον αγαπούσαμε και μας αγαπούσε. Σιγά σιγά τον αγάπησαν και άλλοι που μπορεί να μην τον ξέρανε καν, αλλά άκουγαν πολλά για αυτόν. Έβαλε καινούργια χρώματα στη ζωή μας ο Τάσος, και βέβαια μας άφησε και τα δύο κορίτσια του, τη Ζαΐρα και την Έλενα. Με τη Ζαΐρα μάλιστα μερικές φορές συνεργαζόμαστε, είναι ενδυματολόγος, αλλά και η Έλενα τραγουδάει το πουλάκι μου. Θα ήθελα πάντως να τον έβλεπα, ξανά τον Τάσο στο δισκάδικο του το Pop Eleven και να πηγαίναμε μετά για καφέ στο Φίλιον που τότε λεγόταν Ντόλτσε.

 

Η παράσταση του Διονύση Σαββόπουλου ‘Στο Woodstock εγώ – ήμουν εδώ’ θα πραγματοποιηθεί στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής την Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου.

Ώρα Έναρξης: 20:30

Γενική είσοδος: 16 €

Εισιτήρια:  http://www.megaron.gr – 210 7282333 και στο ταμείο του Μεγάρου και σε όλα τα καταστήματα Public

Στις εκδηλώσεις στον Κήπο του Μεγάρου ακολουθούνται όλες οι οδηγίες του ΕΟΔΥ για τον περιορισμό της μετάδοσης του Covid – 19:

– Το κοινό πρέπει να χρησιμοποιεί μη ιατρική μάσκα κατά την είσοδο και κατά την έξοδο από το χώρο.

– Διατίθενται απολυμαντικά για χρήση του κοινού κατά την είσοδο και την έξοδο, στις τουαλέτες και στα μπαρ.

– Τα μαξιλάρια που ορίζουν τις θέσεις είναι τοποθετημένα σε απόσταση, σύμφωνα με τις οδηγίες του ΕΟΔΥ.

Exit mobile version