Η Μαρία Σάκκαρη πήρε την κατάσταση στο forehand της
Η κορυφαία Ελληνίδα τενίστρια μάς μίλησε για μεγάλες νίκες, μικρές ήττες και τεράστια μπέργκερ.
- 21 ΔΕΚ 2018
Η Φραντζέσκα και εγώ (οι κυρίες προηγούνται) είχαμε φτάσει σχετικά νωρίς στο προπονητήριο στίβου του ΟΑΚΑ. Συγκεκριμένα, 20 περίπου λεπτά πριν από την έναρξη της συνέντευξης με την Μαρία Σάκκαρη. Ο διαθέσιμος χρόνος μας δεν ήταν άφθονος. Ήταν όμως σίγουρα πολύτιμος και αρκετός. Υπέρ του δέοντος αρκετός για να διαγράψω από το σημειωματάριο μου τις μισές ερωτήσεις. Σίγουρα, όταν σκοπεύεις να ‘ανακρίνεις’ μία αθλήτρια αυτού του διαμετρήματος με δούρειο ίππο το σινεμά και τα μοσχομυριστά burgers, φλερτάρεις με την απώλεια της δημοσιογραφικής σου ταυτότητας.
Η άφιξη όμως της Μαρίας έκαμψε τις αμφιβολίες μου. Έβλεπα μπροστά μου μία κοπέλα χαμογελαστή, ευγενική και ασυναγώνιστα γοητευτική. Μία ακομπλεξάριστη τενίστρια που είναι γεννημένη (και) για τις πιο τρελές ερωτήσεις, για τα πιο δυνατά διλήμματα. Άλλωστε, έχει κουραστεί να λογοδοτεί για τα πρώτα της βήματα στο τένις όπως και για τον αποτρεπτικό ρόλο που έπαιξε η μητέρα της, Αγγελική Κανελλοπούλου και ο παππούς της, Δημήτρης Κανελλόπουλος (αμφότεροι παλιοί πρωταθλητές του τένις) στην πρόωρη επαγγελματική της απόφαση.
Πριν σοβαρέψει επικίνδυνα η συζήτηση, της υποσχέθηκα ότι θα αποφύγω τις κοινότοπες ερωτήσεις. Το χαμόγελό της ήταν η πιο γλυκιά μου ανταμοιβή.
Η ζωή μιας διάσημης αθλήτριας δεν αποκτά νέα υπόσταση όταν κατακτά τη μία κορυφή μετά την άλλη. Δεν ξεκινά από την αρχή. Συνεχίζεται. Από τη νηπιακή στην παιδική ηλικία, από την παιδική στην εφηβική και από την εφηβική στην ενήλικη. Ένας δρόμος γεμάτος μνήμες, άλλοτε ζωντανές και ειδυλλιακές και άλλοτε θολές και παραμελημένες. Η Μαρία Σάκκαρη γυρνώντας τον χρόνο πίσω δεν αναπολεί μόνο πρόσωπα. Αναπολεί και φευγαλέες στιγμές. Τα ανέμελα απογεύματα στον όμιλο Αθηνών, το πρώτο της τουρνουά στη Λαμία και τη γνωριμία της με τη Λένα Δανιηλίδου.
Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson
Μου έχουν μείνει χαραγμένες στο μυαλό οι στιγμές που έκανα προπόνηση με τον παππού μου στον όμιλο Αθηνών. Παρόλο που πήγαινα σχολείο, περνούσα πολύ χρόνο στον όμιλο. Μου άρεσε να βρίσκομαι εκεί τα απογεύματα, να περνάω πολύ χρόνο μαζί του και φυσικά να προπονούμαι.
Θυμάμαι αναλυτικά και πολύ έντονα το πρώτο μου τουρνουά στη Λαμία. Ξέρεις, μου φαίνονταν όλα τόσο καινούρια. Όταν έδωσα το πρώτο μου παιχνίδι, δεν ήξερα σε ποιο επίπεδο βρισκόμουν εγώ και σε ποιο οι άλλες αθλήτριες. Όλα τα παιδιά όμως είχαμε δημιουργήσει τότε μία πάρα πολύ ωραία ατμόσφαιρα.
Αμέσως μετά το παρθενικό της τουρνουά στη Λαμία, ο ειρμός και η συνοχή του λόγου της εκτροχιάζονται. Το μυαλό της ‘πηδάει’ αυτόματα χρονιές, ώσπου φρενάρει στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Στην όψη και στο δυσεύρετο ταλέντο του Ρότζερ Φέντερερ.
Δυστυχώς, στο τένις δεν βρίσκεσαι συχνά με μεγάλους παίκτες. Είναι πολύ δύσκολο να κάνετε στα ίδια γήπεδα προπόνηση. Βέβαια, η γνωριμία μου με τη Λένα Δανιηλίδου όπως και η συνύπαρξη μου στο ίδιο προπονητήριο και εστιατόριο με αθλητές όπως ο Φέντερερ στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας (σ.σ. είχε μόλις κλείσει τα εννέα της χρόνια) ήταν πραγματικά κάτι φοβερό.
Στην πορεία της συνέντευξης, ανακαλύπτω πόσο αυστηρό έμοιαζε το καθημερινό της πρόγραμμα σε συνδυασμό με το σχολείο. Ξυπνούσε με την ανατολή του ηλίου, έκανε μία πρωινή προπόνηση, μετά πήγαινε κατευθείαν στο σχολείο, κατόπιν ξανά για απογευματινή προπόνηση και το βράδυ επέστρεφε κατάκοπη στο σπίτι της. Όλη η προσοχή της ήταν στραμμένη στο τένις. Στην πρόοδό της, σωματικά και τεχνικά. Αναπόφευκτα, το σχολείο και οι βλέψεις για μία φοιτητική ζωή πέρασαν σε δεύτερη μοίρα. Ίσως, στο μέλλον, να επανέλθουν δριμύτερες.
Για να είμαι ειλικρινής, ήμουν μία μέτρια μαθήτρια. Δεν είχα τον χρόνο και δεν μου άρεσε πολύ να διαβάζω γιατί αισθανόμουν πολύ κουρασμένη. Κάποιες φορές προσπαθούσα και κάποιες άλλες όχι. Σε κάθε περίπτωση, δεν αδιαφορούσα. Με ένοιαζε απλώς να έχω αξιοπρεπείς βαθμούς
Εάν το πρόγραμμά μου δεν ήταν τόσο ασφυκτικό, θα σπούδαζα. Δεν ξέρω τι ακριβώς θα σπούδαζα γιατί στη φάση που βρίσκομαι τώρα, δεν μπορώ να σκεφτώ τον εαυτό μου να κάνει κάτι άλλο. Γενικά, είμαι πολύ επικοινωνιακή, μου αρέσει να βρίσκομαι με κόσμο, να ανταλλάσσω απόψεις, αλλά δεν έχω καταλήξει. Μετά το τένις, θα ήθελα να ασχοληθώ με κάτι άλλο, αλλά δεν έχω βρει προς το παρόν ποιο θα είναι αυτό το κάτι.
Το τένις είναι ένα άθλημα υπερβολικά αριστοκρατικό. Στις εξέδρες, δεν ανοίγει ρουθούνι. Ο διαιτητής έχει στη διάθεσή του τρεις βοηθούς γραμμής σε κάθε πλευρά του γηπέδου, οι οποίοι απλώς φωνάζουν ‘Άουτ’. Τα ball boy επίσης εκτελούν μόνο μηχανικές κινήσεις. Σε ένα λοιπόν τόσο καλά οργανωμένο σπορ που δεν αφήνει καμία ατασθαλία να περάσει ατιμώρητη, τα προσβλητικά συνθήματα και το trash talking αντιμετωπίζονται ως ξένο σώμα, ως μία μεμονωμένη παραφωνία. Όπως εξηγεί όμως η Μαρία (δεν την ξέρω και από χθες), ο κόσμος του τένις δεν είναι και τόσο αγγελικά πλασμένος.
Εγώ προσωπικά δεν έχω γιουχαριστεί. Τουλάχιστον, όχι ακόμη (γελάει). Στο παιχνίδι μου όμως με την Πλίσκοβα στη Ρώμη, η κατάσταση έγινε επικίνδυνη ξαφνικά και σχεδόν από το πουθενά. Η διαιτητής έκανε ένα επιπόλαιο λάθος και το κοινό άρχισε να τη στολίζει, με αποτέλεσμα το τέλος του ματς να είναι κάπως βαρύ. Εγώ δεν νομίζω ότι προκαλώ τον κόσμο με τις αντιδράσεις και τη συμπεριφορά μου. Εάν σπάσω μία ρακέτα πάνω στην ένταση της στιγμής, ίσως να γιουχαριστώ αλλά είναι κάτι φυσιολογικό, κάτι αναμενόμενο.
Όπως σε κάθε άλλο άθλημα, έτσι και στο τένις, τα mind games εμφανίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό. Από την άλλη, το trash talking δεν είναι και η πιο συνηθισμένη πρακτική. Στο τένις, χρησιμοποιούμε κυρίως μικρά και πονηρά κόλπα, για να κόψουμε τον ρυθμό του αντιπάλου μας. Όπως παραδείγματος χάρη το να πας στην τουαλέτα και να κάτσεις δέκα ολόκληρα λεπτά ή το να φωνάξεις τον φυσιοθεραπευτή χωρίς να συντρέχει λόγος. Έχω πέσει θύμα σκόπιμων καθυστερήσεων πάρα πολλές φορές. Δεν εξάπτομαι όμως. Μέσα στο πρόγραμμα είναι.
Το μαγνητοφωνάκι μου έχει μπλοκάρει. Το ξαφνικό του νοκ άουτ όμως δεν έχει τεχνολογικό έρεισμα. Μάλλον ψυχολογικό. Το μαγνητοφωνάκι μου είναι απλώς σοκαρισμένο από τις απανωτές αποκαλύψεις. Η Μαρία Σάκκαρη μεταμορφώνεται εντός του γηπέδου. Νευριάζει, εκσφενδονίζει ρακέτες, δέχεται και υποκύπτει στο trash talking ενώ προλαβαίνει μέσα σ’ όλα τα άλλα να διαβάσει και να απαντήσει στα αντίπαλα mind games.
Αυτός ο υπερβάλλων ενθουσιασμός είναι ίσως το μοναδικό ψεγάδι που μπορώ να προσάψω στο πιο καυτό prospect του ελληνικού τένις. Συνεπώς, δεν υπήρχε νόημα να ανακυκλώνω μία αίσθηση αρνητισμού, ούτε σαφώς να επιμένω σε ένα κλίμα αποθέωσης. Οι επόμενες ερωτήσεις μου είχαν σκοπό να αποκαταστήσουν την αλήθεια. Παιχνίδι με το παιχνίδι, η Μαρία Σάκκαρη κοιτάζει στα μάτια τενίστριες, όπως η Venus Williams. Προπόνηση με την προπόνηση, το forehand της αγγίζει θρυλικά forehand. Χρόνο με τον χρόνο, πλησιάζει όλο και πιο κοντά στην κατάκτηση ενός Grand Slam.
Μια ήττα που θυμάμαι σαν νίκη, είναι η πρώτη φορά που έπαιξα και έχασα από τη Venus Williams. Για μένα, ήταν κάτι αδιανόητο. Είχα απέναντι μου μία πολύ μεγάλη αθλήτρια και παρόλα αυτά οδήγησα το παιχνίδι στο τρίτο και καθοριστικό σετ. Από τη μία, ήμουν φυσικά στεναχωρημένη για την ήττα αλλά από την άλλη ένιωθα χαρούμενη για το επίτευγμά μου.
Για να σιγουρέψω τη νίκη, θα εμπιστευόμουν το forehand μου. Είναι πιο ασφαλές να τελειώσεις έναν πόντο και ένα παιχνίδι με forehand παρά με backhand.Το forehand έγινε στην πορεία το δυνατό μου σημείο. Στα πρώτα μου βήματα, το backhand ήταν το καλύτερο μου χτύπημα. Τα τελευταία χρόνια, έχω δουλέψει πάρα πολύ πάνω στο forehand μου. Είναι άλλωστε ένα μεγάλο όπλο για κάθε επαγγελματία τενίστα και τενίστρια. Καλύπτει περίπου το 70% της συνολικής επιφάνειας του γηπέδου.
Θέλω να κερδίσω πρώτο κάποιο από τα μεγάλα Grand Slam, αλλά δεν έχω κάποια πολύ ξεκάθαρη προτίμηση. Πλέον, παίζω καλά σε όλα και δεν μπορώ να τα ξεχωρίσω. Φέτος για παράδειγμα, στάθηκα για πρώτη φορά καλά στο Roland Garros και έπαιξα άσχημα σε όλα τα υπόλοιπα τουρνουά που παραδοσιακά έφτανα πιο μακριά
Η συζήτηση μας οδεύει προς το τέλος της. Ήδη, έχω περάσει πολύ όμορφα ως ακροατής και ενδόμυχα ελπίζω το ίδιο και για εκείνη ως αφηγήτρια. Απομένει όμως το πιο διασκεδαστικό κομμάτι της συνέντευξης. Η Μαρία Σάκκαρη λατρεύει το φαγητό. Το υγιεινό και το junk food. H αγαλλίαση της στο τρίπτυχο σουβλάκια, burger και πίτσα είναι μία αθώα επίθεση στη διατροφική παράνοια των σύγχρονων αθλητών.
Τρελαίνομαι για το φαγητό. Μου αρέσει επίσης πολύ να ψάχνω για καινούρια εστιατόρια στην Αθήνα και ακόμη περισσότερο στο εξωτερικό. Για εμάς που ταξιδεύουμε συχνά και έχουμε ελεύθερο χρόνο μόνο το βράδυ, ένα καλό εστιατόριο με νόστιμο φαγητό είναι η πιο όμορφη απόδραση από την πίεση της καθημερινότητας. Το φαγητό με φέρνει πιο κοντά και με τις φίλες μου. Κατά μία έννοια, περνάμε καλά τρώγοντας.
Στην Ελλάδα δυστυχώς, δεν έχω βρει κάποιο burger που να μου αρέσει τόσο πολύ όσο αυτά της Αμερικής. Οπότε, όταν γυρίζω από κάποιο ταξίδι, συνήθως τρώω σουβλάκια γιατί στο εξωτερικό είναι πιο δυσεύρετα σε σχέση με τα άλλα δύο.
Δεν μπορώ να σου αποκαλύψω ποιο είναι το πιο νόστιμο burger που έχω φάει στη ζωή μου. Θα σου δώσω όμως ένα στοιχείο. Βρίσκεται κάπου κρυμμένο στη Νέα Υόρκη
Το φαγητό είναι η μία από τις δύο θνητές αδυναμίες της Μαρίας. Η δεύτερη, εξίσου αγχολυτική με την πρώτη, είναι το σινεμά. Μάλιστα, όπως μου εκμυστηρεύτηκε η ίδια, η παθολογική αγάπη της για τον κινηματογράφο έμεινε ζωντανή ακόμη και στη Νότια Κορέα.
Το σινεμά είναι μία ευχάριστη διέξοδος, αλλά δυστυχώς λόγω έλλειψης χρόνου, δεν πηγαίνω συχνά. Έκανα όμως μία μικρή εξαίρεση κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στη Νότια Κορέα και είδα σε έναν τοπικό κινηματογράφο το Mission Impossible 5. Ήταν αξέχαστη εμπειρία.
Μετά τη σεμνή λήξη της συνέντευξης, η Μαρία Σάκκαρη παρέμεινε στο προπονητήριο του ΟΑΚΑ παρότι θεωρητικά οι Τρίτες της είναι κάτι σαν day off. Καταπίνει χιλιόμετρα στο γήπεδο του στίβου και με σύμμαχό της τα όργανα του γυμναστηρίου διορθώνει τις σωματικές ανορθογραφίες της. Χωρίς αυτές τις Τρίτες, η Μαρία Σάκκαρη θα είχε παγιδευτεί ανάμεσα στις υψηλές προσδοκίες και στην ταμπέλα του αιώνιου ταλέντου.
Σήμερα, η 23χρονη τενίστρια δεν είναι ένα ακόμη χαμένο ταλέντο για το ελληνικό τένις. Είναι ένα από τα κερδισμένα αθλητικά στοιχήματα, μαζί με τον Στέφανο Τσιτσιπά και τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Και το νούμερο 41 στην παγκόσμια κατάταξη του τένις.